Η Ευρώπη ζητά αποστολή νέου στρατιωτικού εξοπλισμού στην Ουκρανία, η Ελλάδα υπακούει και η Ζαχάροβα απειλεί…


Γράφει ο Άρης Μέττος

Η φράση του πρωθυπουργού ‘’ήμασταν πάντα με την σωστή πλευρά της ιστορίας’’ αλλά και η πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με συντριπτική πλειοψηφία, να δοθεί από την ΕΕ στην Ουκρανία κάθε μέσο που θα χρειαστεί προκειμένου να επιβληθεί της Ρωσίας, στον πόλεμο που μαίνεται για περισσότερο από δύο χρόνια, δημιουργεί εύλογα το ερώτημα: ‘’Ποια είναι η σωστή πλευρά της ιστορίας;’’ Σίγουρα υπάρχουν συμμαχίες και υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτές, η Ελλάδα ανήκει στο Ευρωατλαντικό Σύμφωνο (ΝΑΤΟ) όπως και άλλες Ευρωπαϊκές χώρες με αποτέλεσμα να ακολουθούν την πολιτική που οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν επιλέξει στο ζήτημα της διαμάχης Ουκρανίας – Ρωσίας.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει διαθέσει μέχρι τώρα 88 δισεκατομμύρια ευρώ για την Ουκρανία, ενώ αναμένεται να δώσει και ένα «πακέτο» ύψους 50 δισεκατομμυρίων έως το 2027. Η χώρα μας ετοιμάζεται να ενισχύσει στρατιωτικά για άλλη μια φορά την Ουκρανία με την παραχώρηση – μεταβίβαση 32 ρυμουλκούμενων οβιδοβόλων, Μ101Α1, διαμετρήματος 105 χλστ. από τα αποθέματα του Ελληνικού Στρατού στα πλαίσια των υποχρεώσεων της επιστολής Μπλίνκεν προς τον Κυριάκο Μητσοτάκη για τα εξοπλιστικά προγράμματα που οι ΗΠΑ αποδεσμεύουν προς την Ελλάδα, είτε για αγορά είτε για παραχώρηση ως «πλεονάζον αμυντικό υλικό» (EDA).

Το ζήτημα που προκύπτει δεν είναι μόνο αν τα οπλικά συστήματα που παραχωρούνται στην Ουκρανία από τα αποθέματα του Ελληνικού Στρατού απογυμνώνουν την άμυνα της Ελλάδος, αλλά γενικότερα η στάση της χώρας μας απέναντι στη νέα γεωπολιτική κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στην Μεσόγειο και στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας. Χαρακτηριστική είναι και η δήλωση της εκπροσώπου του Υπουργείου Εξωτερικών της Ρωσίας, Μαρίας Ζαχάροβα ερωτηθείσα για το ενδεχόμενο η Ελλάδα παρά τις επίσημες δηλώσεις να ενδώσει στις αμερικανικές πιέσεις και να παραδώσει στο Κίεβο συστήματα όπως οι S-300, απαντά πως η Ρωσία καταγράφει όλες ανεξαιρέτως τις «εχθρικές ενέργειες».

Η πολιτική απαξίωσης της Ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας από όλες τις κυβερνήσεις τον τελευταίων ετών έχει φέρει σε δεινή θέση την διαπραγματευτική ισχύ της χώρας μας. Ως αποτέλεσμα η Ελλάδα για να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις που υπάρχουν (π.χ. γιγάντωση της αμυντικής βιομηχανίας της ‘’φίλης και συμμάχου Τουρκίας’’) προχωρά σε παραχωρήσεις και συμφωνίες που δεν συνιστούν πράξεις ενός ανεξάρτητου έθνους αλλά ταιριάζουν καλύτερα σε αποικίες και εξαρτημένες κυβερνήσεις.

Για άλλη μια φορά η Ελλάδα προκειμένου να έχει ρόλο στην νοτιοανατολική Μεσόγειο ακολουθεί την πολιτική που οι ισχυροί επιτάσουν αντί να ηγείται των συνθηκών της εξωτερικής πολιτικής που η γεωγραφική της θέση και ισχύ επιβάλλουν. Η εικόνα της γείτονος χώρας Τουρκίας με μια ανεπτυγμένη αμυντική βιομηχανία που της επιτρέπει μεγάλο ποσοστό των εξοπλιστικών προγραμμάτων της να καλύπτεται από την εγχώρια αγορά είναι σαφώς καλύτερη. Από την μια παίζει τα γνωστά ανατολίτικα παζάρια της πατώντας ‘’σε δύο βάρκες’’ στο θέμα της Ρωσο-Ουκρανικής σύγκρουσης από την άλλη επιβάλλει την πολιτική της παίρνοντας στο τέλος αυτό που θέλει (π.χ. F16 από ΗΠΑ), χωρίς να κάνει ιδιαίτερες παραχωρήσεις και μάλιστα φτάνοντας πολλές φορές την σχέση της με τις δύο υπερδυνάμεις στα όρια της.

Αντιθέτως με την Τουρκία, η Ελλάδα προκειμένου να ενισχύσει- λόγω έλλειψης πόρων- το αμυντικό της οπλοστάσιο (με μεταχειρισμένο υλικό που απαιτεί αναβάθμιση) προχωρά σε παραχωρήσεις νέων βάσεων στις Ηνωμένες Πολιτείες ακολουθώντας την πολιτική που η τελευταία χαράζει στην περιοχή.

Όμως όλοι γνωρίζουμε πως η άμυνα και η εξωτερική πολιτική είναι τα δύο κύρια στοιχεία χάραξης της γεωπολιτικής στρατηγικής κάθε χώρας και εμείς δεν επενδύουμε σε τίποτα από τα δύο.

Μέσα σε όλον αυτόν τον κυκεώνα ο εγγύς συγγενής και συνεταίρος μας, η Ευρωπαϊκή Ένωση δείχνει να μην έχει αντιληφθεί τον ρόλο που μπορεί και πρέπει να παίξει ως μοχλός πίεσης και ισορροπίας στις διαθέσεις των δύο ισχυρών ΗΠΑ και Ρωσίας.

Πρόσφατα οι μεγάλες Ευρωπαϊκές δυνάμεις κυρίως λόγω της σύγκρουσης στην Ουκρανία κατανόησαν ότι ισχυρή Ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική σημαίνει ισχυρή Ευρωπαϊκή άμυνα σπεύδοντας η μια μετά την άλλη σε κολοσσιαίες αμυντικές δαπάνες με κύριο αποδέκτη την Ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία.

Το θέμα που προκύπτει, όμως, είναι ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να ολοκληρωθεί και στην πράξη μέσω δημιουργίας ενός κοινού Ευρωπαϊκού στρατού που θα μπορεί να προστατέψει με ότι πιο σύγχρονο υπάρχει από πλευράς αμυντικής τεχνολογίας τον Ευρωπαϊκό χώρο στο σύνολο της. Μια θεσμοθετημένη Ευρωπαϊκή στρατιωτική ένωση θα μπορούσε να υπάρξει ως αντίβαρο σε προβληματικές και αρρωστημένες καταστάσεις όπως αυτή που έχει δημιουργηθεί στην Ουκρανία αυτή την στιγμή.

Μια ισχυρή Ευρώπη με ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική θα άλλαζε τελείως τον ρόλο και την στρατηγική όλων των μεγάλων δυνάμεων. Σε πρώτη φάση μέσω της κοινής πολιτικής στην νοτιοανατολική Μεσόγειο θα δημιουργούσε μια ισχυρή ενεργειακή δύναμη σε παγκόσμιο επίπεδο εκμεταλλευόμενη τα αποθέματα φυσικού αερίου (και όχι μόνο) που υπάρχουν στην περιοχή. Έχοντας ενεργειακή αυτάρκεια και στρατιωτική ισχύ στην συνέχεια θα μπορούσε να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στην παγκόσμια πολιτική σκηνή και να αποβάλλει την εικόνα μια οικονομικής ένωσης χωρών, οι οποίες ενώ έχουν τεράστια πολιτική ιστορία, κατέληξαν να είναι μια ένωση διαλυμένων και αποδυναμωμένων οικονομικά, πολιτικά και στρατιωτικά δυνάμεων, έρμαια στις αποφάσεις και πολιτικές ισχυρών χωρών και ενώσεων.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία, όπως και στην Γάζα για άλλη μια φορά έχουν εργαλειοποιηθεί από τους ισχυρούς εις βάρος των λαών και της καθημερινότητας τους. Πέρα από το οδυνηρό γεγονός των χιλιάδων νεκρών, τραυματιών και της καταστροφής υποδομών απαραίτητων για την επιβίωση των ανθρώπων που διαβιούν στην περιοχή, μια παγκόσμια κρίση έχει εμφανιστεί πάλι που ανεβάζει το κόστος ζωής σε όλα τα προϊόντα και υπηρεσίες ανά τον κόσμο. Τα κράτη-εταιρείες μέσα από την πολιτική που επιβάλλουν οι πραγματικοί οικονομικοί διαχειριστές τους (τραπεζικά και οικονομικά καρτέλ και ελίτ) εκμεταλλεύονται εδαφικές, θρησκευτικές, πολιτικές και εθνοτικές διαφορές και διεκδικήσεις, προκειμένου να δημιουργήσουν το γνωστό πλέον ‘’παγκόσμιο χάος’’ για να διαλύσουν άλλα κράτη και οικονομίες τις οποίες θα ανοικοδομήσουν στην συνέχεια εις όφελος των εταιριών τους.

Με λίγα λόγια «Γιάννης κερνά, Γιάννης πίνει» αυτή είναι η πολιτική των ισχυρών εδώ και πολλά χρόνια με θύματα λαούς, έθνη και οικονομίες. Η πραγματικοί δυνάστες της παγκόσμιας σκακιέρας μιλάνε για δημοκρατικά δικαιώματα και αξίες κάνοντας χρήση του όρου πάντα μέσα από την δική τους διαχειριστική σκοπιά. Αν οι λαοί είχαν κατανοήσει την δυναμική του να διαχειρίζονται οι ίδιοι οι πολίτες την οικονομία, την δημόσια περιουσία τους και τις πλουτοπαραγωγικές πηγές θα είχε από καιρού πάψει η εκμετάλλευση τους από συμφέροντα, σχηματισμούς , ιδεολογίες και λοιπούς άλλους μηχανισμούς που στόχο έχουν να τους διαιρούν και να τους καταδυναστεύουν στο έπακρο.

Η χάραξη μακροχρόνιας εθνικής εξωτερικής πολιτικής και γεωπολιτικής στρατηγικής είναι πολύ σοβαρής σημασίας διαδικασίες και πρέπει να έχουν γνώμονα μόνο το εθνικό συμφέρον πέρα από κομματικές και λοιπές άλλες πολιτικές τακτικές και ιδιοτέλειες. Η Ελλάδα μπορεί να παίξει λόγω της θέση της, των πλουτοπαραγωγικών πηγών αλλά και της μοναδικής πολιτισμικής της κληρονομιάς πρωταγωνιστικό ρόλο στην παγκόσμια οικονομία και πολιτική επηρεάζοντας άμεσα και ουσιαστικά την γενικότερη Ευρωπαϊκή σκέψη και δράση αρκεί να ξεπεράσει τις παθογένειες και τα λάθη του παρελθόντος. Επιτέλους ήρθε η ώρα να πάψει ο κοτζαμπασισμός και η διαχείριση του έθνους να περάσει στα νόμιμα χέρια των κατόχων και πραγματικών ιδιοκτητών που δεν είναι άλλοι από τους ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΟΛΙΤΕΣ.


Visited 42 times, 1 visit(s) today

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *