Γράφει ο Άρης Μέττος
Άλλη μια ‘’επιτυχία’’ για την Ελληνική οικονομία και δη του χρηματοπιστωτικού της τομέα φαίνεται να έχουν εντοπίσει οι έγκριτοι αρθρογράφοι των Financial Times. Συγκεκριμένο άρθρο στην δημοφιλή τους στήλη Opinion Lex, από την οποία ενημερώνονται παγκοσμίως επενδυτές, προβλέπει ότι θα συνεχιστούν και το 2024 οι καλές ειδήσεις για την ελληνική οικονομία, αναδεικνύοντας τη συμβολή της ελληνικής κυβέρνησης.
Αξιοσημείωτη αναφορά γίνεται στην πορεία των Ελληνικών τραπεζών. Έχοντας μειώσει αισθητά τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια σε ποσοστό 5% από 40% την περίοδο της κρίσης, αλλά και το λειτουργικό τους κόστος κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, παρουσιάζουν διψήφιες αποδόσεις ιδίων κεφαλαίων που πλησιάζουν αυτές των ευρωπαϊκών τραπεζών. Αναφορά, επίσης, γίνεται και στην καλή πορεία του ελληνικού χρηματιστηρίου, έχοντας σημειώσει άνοδο σχεδόν 40% το τελευταίο έτος.
Αλλάζοντας λίγο την ιστορική φράση του Κωνσταντίνου Καραμανλή, ο οποίος επιστρέφοντας από ένα ταξίδι του στο εξωτερικό είχε πει “έξω πάμε καλά”, για να υποδηλώσει τη φανερή δυσαρμονία μεταξύ της κακής κατάστασης, που επικρατούσε στο εσωτερικό και της καλής εξωτερικής εικόνας της χώρας, θα μπορούσαμε να πούμε ότι από τράπεζες πάμε καλά’’, ή καλύτερα ‘’οι τράπεζες πάνε καλά’’.
Κάπου εκεί το παραμύθι τελειώνει και ενώ φαίνεται να είναι καλό, δεν έχει δράκο. Το ενδιαφέρον των Ελλήνων πολιτών, δυστυχώς ταυτίζεται καλύτερα με τη πρόσφατη έκθεση με στοιχεία της Eurostat, στην οποία η χώρα μας εμφανίζεται δεύτερη από το τέλος, ανάμεσα στις 27 χώρες της Ενωμένης Ευρώπης, σε ό,τι αφορά στον δείκτη του κατά κεφαλήν ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ), εκφρασμένου σε πρότυπα αγοραστικής δύναμης.
Ενώ, λοιπόν, σχεδόν όλοι οι δείκτες φτώχειας, υλικής στέρησης και κοινωνικής δυστυχίας εμφανίζουν την χώρα μας στις πρώτες θέσεις, κάποιοι θεωρούν σκοπίμως καλό να μας πείσουν ότι η οικονομική ανάπτυξη και η ευημερία πρέπει να αφορά, πρωτίστως, τις τράπεζες και μετά τους πολίτες.
Οι τράπεζες, αυτά τα ιδιωτικά μαγαζιά που τα τελευταία 200 με 300 χρόνια περίπου, έχουν δημιουργήσει την μεγαλύτερη οικονομική φούσκα, που έχει δει ποτέ ο πλανήτης, δημιουργώντας μια κοινωνία χρέους (ιδιωτικού και δημόσιου), η οποία άγγιξε νέο ιστορικό υψηλό των 313 τρισεκατομμυρίων δολαρίων το 2023, με τις αναπτυσσόμενες οικονομίες να καταγράφουν νέο ρεκόρ σε ό,τι αφορά την αναλογία του χρέους, ως προς το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν τους.
Μετά από 14 χρόνια λοιπόν, σκληρών μνημονίων που γονάτισαν την Ελληνική οικονομία, δημιουργώντας στρατιές ανέργων, επιχειρήσεων που βάλανε λουκέτο, χιλιάδων ανθρώπων που μετανάστευσαν για ένα καλύτερο μέλλον και λοιπών άλλων προβλημάτων και παθογενειών, οι τράπεζες ανακάμπτουν, αλλά οι πολίτες εξακολουθούν να παραμένουν πτωχευμένοι.
Θα μπορούσε κάποιος καλοπροαίρετος να πει, ότι τα προγράμματα διάσωσης των ελληνικών τραπεζών, τα σκληρά χρόνια των μνημονίων με τις διαδοχικές ανακεφαλαιοποιήσεις, με κρατικά και ιδιωτικά κεφάλαια, αλλά και με τεράστια ποσά εγγυήσεων από το κράτος για να λαμβάνουν ρευστότητα, ‘’δεν υλοποιήθηκαν για να σωθούν άπληστοι τραπεζίτες και μέτοχοι τραπεζών, αλλά για να προστατευτούν οι καταθέσεις των πολιτών και να σταθεροποιηθεί η οικονομική κατάσταση της χώρας’’.
Με λίγα λόγια, για όλα φταίει η κάκιστη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας και η πολιτική των κυβερνήσεων, που διαχειρίστηκαν την οικονομία τα τελευταία 50 με 60 χρόνια, που δυστυχώς συμπαρέσυραν και τα ευαγή τραπεζικά ιδρύματα, που αναγκαστικά έπρεπε να τα σώσουν πάλι οι πολίτες, για να μην καταρρεύσει τελείως η κατεστημένη οικονομική πραγματικότητα των διαδοχικών δανεισμών, των οικονομικών δολοφόνων, των κρατικών πτωχεύσεων, της ακρίβειας και των υψηλών επιτοκίων.
Τα ερωτήματα που προκύπτουν είναι πολλά, αλλά δυστυχώς θα παραμείνουν αναπάντητα, όσο οι πολίτες δεν αντιλαμβάνονται ότι πρέπει να ενωθούν σε μια ακομμάτιστη πολιτεία, με φωνή και παρουσία στην δημοσιονομική δυναμική της.
Ποιοι διαχειρίζονται εδώ και χρόνια τον περίφημο τραπεζικό τομέα; Ποιοι δώσανε το εκδοτικό προνόμιο των κρατικών νομισμάτων στις τράπεζες; Ποια η σχέση τους με τους πολιτικούς και τις εκάστοτε ‘’εκλεγμένες’’ η μη κυβερνήσεις; Ποιοι οδήγησαν την Ελλάδα στα 3 τελευταία μνημόνια και τι υπέγραψαν οι πολιτικοί μας για να επέλθει η δήθεν ‘’οικονομική σταθερότητα’’, δεσμεύοντας για πολλά χρόνια το μέλλον γενεών, για να μας οδηγήσουν στον ίδιο φαύλο κύκλο επιμέρους δανεισμών και εξωφρενικών υποχρεώσεων;
“Δώσε μου τον έλεγχο επί του νομίσματος ενός έθνους και δεν με νοιάζει ποιος φτιάχνει τους νόμους.” είχε δηλώσει ξεκάθαρα ο Μayer Amschel Rothschild (1744-1812) με σχεδόν έναν αιώνα αργότερα, τον Ηenry Ford (1863-1947) να δηλώνει: “Στην πραγματικότητα, είναι καλό ότι οι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν το τραπεζικό και χρηματοοικονομικό σύστημα μας. Αν το έκαναν, θα είχαμε μια επανάσταση πριν από αύριο το πρωί.”
Η κατάσταση είναι τελείως διαφορετική από αυτή, που τα “έγκριτα” οικονομικά περιοδικά και εφημερίδες παρουσιάζουν, μεγαλώνοντας ολόκληρες γενιές. Στα στενά οικονομικά πολιτικά πλαίσια, που καλά οργανωμένα συμφέροντα έχουν διαμορφώσει, δύο επιλογές υπάρχουν: η μια, να ενταχθείς σε αυτή την κατεστημένη κοινωνική πραγματικότητα ως επωφελούμενος υπάλληλος – στέλεχος και η άλλη, να είσαι από την πλευρά της πλειοψηφίας, που βιώνει τον αρνητικό αυτό σχεδιασμό για την πορεία του ανθρώπινου γένους, ζώντας με τις ψευδαισθήσεις των επιδομάτων και της δήθεν οργανωμένης και νομοκρατούμενης κρατικής οντότητας, ‘’απολαμβάνοντας’’ όλες τις δημόσιες παροχές που τόσο απλόχερα δίνονται, από τα δικά σου χρήματα και εργασία.
Αλήθεια, απολαμβάνουν σήμερα οι Έλληνες πολίτες τους δρόμους τους, τις δημόσιες συγκοινωνίες, τα νοσοκομεία, τα σχολεία, την κοινωνική πολιτική; To τι ακριβώς βιώνουν το ξέρουν πολύ καλά, σε μεγάλο ποσοστό, όλες και όλοι που αγκομαχούν για να βγάλουν τον μήνα, που δυσκολεύονται να μετακινηθούν με ασφάλεια και ταχύτητα για να πάνε στις εργασίες τους, που τρέμουν να επισκεφθούν κάποιο δημόσιο νοσοκομείο για να θεραπευτούν… Την υπόλοιπη λίστα, θα μπορούσε η καθεμιά και ο καθένας να την συμπληρώσει με ιστορίες καθημερινής τρέλας και οδυνηρής πραγματικότητας.
Η πραγματική οικονομία θα πρέπει να βασίζεται σε εμπράγματες υλικές αξίες, που η ίδια η εργασία των πολιτών παράγει. Δανείζοντας αέρα και δημιουργώντας ελεγχόμενες χρηματαγορές χωρίς ουσιαστικό πολιτικό και κοινωνικό έλεγχο, δόθηκε υπερβολική αξία και ισχύ σε αυτούς που διαχειρίζονται το χρήμα, τόση ώστε να αγνοούν όλα τα υπόλοιπα και κυρίως την ομαλή και σταθερή διαβίωση των πολιτών.
Εκεί που οι ιδεολογίες και τα κόμματα επίτηδες και βάσει σχεδίου ‘’απέτυχαν’’, πλέον έφτασε η ώρα για τους πραγματικούς ιδιοκτήτες των εθνικών και κρατικών πλουτοπαραγωγικών πηγών, να αναλάβουν και να εξυγιάνουν όλους τους τομείς της κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής πραγματικότητας.
Ο άνθρωπος και δη, ο πολίτης θα πρέπει να είναι το κέντρο των αποφάσεων και των δράσεων σε μια ευνομούμενη πολιτεία, ο οποίος θα εκδίδει το νόμισμα του και θα διαχειρίζεται την δυναμική και την εργασία του, προς όφελος του συνόλου και κατ’ επέκταση δικού του, παραμερίζοντας τα οργανωμένα συμφέροντα και τους μηχανισμούς που έχουν στήσει εδώ και χρόνια κάποιοι, για να επιτύχουν την πλήρη υποδούλωση του.