Φοροδιαφυγή: Με “αντικειμενικά” κριτήρια η φορολόγηση!


Ελένη Νιάρχου

Με υποκρισία συνεχίζει η κυβέρνηση να αντιμετωπίζει τα προβλήματα της χώρας μας, καταθέτοντας στη βουλή το νέο σχέδιο νόμου του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών με τον τίτλο “Μέτρα για τον περιορισμό της φοροδιαφυγής” το οποίο και εγκρίθηκε κατά πλειοψηφία.

Από την μία λοιπόν,  η κυβέρνηση Μητσοτάκη δείχνει να ενδιαφέρεται για τα έσοδα της χώρας και την ανάπτυξη της οικονομίας και από την άλλη ψηφίζει νόμους που μας οδηγούν στο αντίθετο ακριβώς αποτέλεσμα.

Με το τεκμαρτό εισόδημα, το εισόδημα δηλαδή που το κράτος θεωρεί ότι θα έπρεπε να είχε δηλωθεί, αλλά δεν δηλώθηκε, προσθέτει στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και άλλους φόρους, στην ήδη επιβαρυμένη φορολογία που έχουν, με αποτέλεσμα να καλούνται να πληρώσουν παραπάνω φορολογία, η οποία προκύπτει από “αντικειμενικά” κριτήρια που πάλι θέτει το ίδιο το κράτος. Τα κριτήρια αυτά ισχύουν για όλους, άσχετα αν κάθε επαγγελματίας ή κάθε επιχείρηση είναι τόσο μοναδικοί. Έτσι, σε μία χώρα που οι επιχειρήσεις βλέπουν τα έσοδά τους να μειώνονται, καλούνται συνεχώς να πληρώνουν περισσότερα, οδηγούμενοι στο κλείσιμο. Και φυσικά το κλείσιμο των επιχειρήσεων είναι ένα μεγάλο πλήγμα για την ελληνική οικονομία και τους πολίτες αυτής της χώρας. Ταυτόχρονα η κυβέρνηση με τον νόμο αυτό μειώνει τους φόρους στη συγκέντρωση κεφαλαίου και στην πώληση εισηγμένων μετοχών, μειώνοντας ουσιαστικά τα έσοδα του κράτους. 

Και όλα αυτά με πρόσχημα την πάταξη της φοροδιαφυγής …

Η φοροδιαφυγή, αν υποθέσουμε ότι βασίζεται σε πραγματικά στοιχεία, θα συνεχίσει να συμβαίνει, όποιον τρόπο κι αν εφεύρουν οι κυβερνήσεις για τον έλεγχό της. Το πρόβλημα της οικονομίας μιας χώρας δεν αφορά την ίδια την φοροδιαφυγή, αλλά τον λόγο για τον οποίο συμβαίνει. 

Γνωρίζουμε όλοι πολύ  καλά, ότι στην χώρα μας η φορολογική πολιτική είναι άνιση και άδικη. Ψηφίζονται νόμοι που λειτουργούν με δύο ή και παραπάνω ταχύτητες, κάνοντας κάποιους να δυσκολεύονται να αποδώσουν τους φόρους και κάποιους άλλους να θησαυρίζουν. Κάποιοι προσπαθούν να επιβιώσουν, ακροβατώντας μεταξύ εσόδων και εξόδων και κάποιοι άλλοι αισχροκερδούν με την βοήθεια φοροαπαλλαγών και ειδικών “φωτογραφικών” ρυθμίσεων. Αλλά, ακόμα και όταν οι φόροι μαζευτούν, έστω και με τον άδικο αυτόν τρόπο, δεν λειτουργούν ποτέ ανταποδοτικά για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες παρόλο που πληρώνουν αδρά, ποτέ δεν γνωρίζουν, πού καταλήγουν τα χρήματα που με νόμους τους απέσπασαν!

Όλο αυτό το σκηνικό οδηγεί τους οικονομικά αδύναμους, που αποτελούν πλέον και την πλειοψηφία αυτής της χώρας,  να φοροδιαφεύγουν, αποκρύπτοντας τα εισοδήματά τους, ως προσωρινή λύση στην αδυναμία πληρωμής που αντιμετωπίζουν, αλλά και ως μία μορφή μομφής προς το κομματικό καθεστώς.

Όλες οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις βλέπουν τα περιθώρια επιβίωσής τους να στενεύουν, όλο και περισσότερο, με την κυβέρνηση να τους οδηγεί στην εξαθλίωση  μέσω των νομοσχεδίων που ψηφίζει.

Βέβαια η κυβέρνηση Μητσοτάκη, μαζί με όλες τις κυβερνήσεις που έχουν περάσει από την Ελληνική βουλή, δείχνει μια ιδιαίτερη μεταχείριση στα μεγάλα  κεφάλαια των πολυεθνικών, σε αντίθεση με τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τους αυτοαπασχολούμενους, ακόμα και αν αυτό είναι εις βάρος της οικονομίας της χώρας και των πολιτών της. 

Το κομματικό καθεστώς γνωρίζει πολύ καλά ότι η επιβολή αυτού του νόμου θα είναι ο θάνατος της Ελληνικής Οικονομίας και σε αυτό φυσικά ποντάρει. Γι’ αυτό και αποφασίζει ότι οι μεγάλες επιχειρήσεις, δηλαδή αυτές που συγκεντρώνουν τα μεγάλα κεφάλαια και διαχειρίζονται μετοχές, θα πληρώνουν λιγότερους φόρους. Έτσι τα κέρδη τους θα αυξηθούν κι άλλο με αποτέλεσμα να είναι συνεχώς μη ανταγωνιστικές. Για τον ίδιο ακριβώς λόγο αυξάνει την φορολογία στους “μικρούς”. Η δυσκολία ενός ιδιώτη, ή μιας μικρομεσαίας επιχείρησης να συντηρήσουν την ύπαρξή τους στον επιχειρηματικό χώρο συνεχώς και μεγαλώνει, αφού η αύξηση της φορολογίας σε μια άνιση κατανομή των φόρων αφορά μόνο αυτούς.Το αποτέλεσμα όλης αυτής της διαδικασίας θα είναι οι Έλληνες να παραδώσουν τα κλειδιά στις μεγάλες πολυεθνικές, με το νέο φορολογικό νομοσχέδιο να χαράζει την διαδρομή προς αυτή την πορεία.

Βλέπουμε λοιπόν όλοι τις κινήσεις της κυβέρνησης, που με ξεκάθαρα μαθηματικά, μιας και μιλάμε για οικονομική πολιτική, θα μας οδηγήσει σε μία εντελώς διαφορετική επιχειρηματική σύνθεση, με ενίσχυση των μεγαθήριων οργανωμένων εταιρικών μορφών και καταστολή των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των αυτοαπασχολούμενων, για όσο αντέξουν μέχρι να κλείσουν εντελώς. (Είχαμε αναφερθεί σχετικά στο άρθρο μας περί Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας…”).

Τώρα αντιλαμβανόμαστε, γιατί τόσο καιρό όλοι οι νόμοι που ψηφίζονται είναι υπέρ των “επενδυτών”, ανοίγοντάς τους ένα ευρύ πεδίο κίνησης και μονοπωλίου. Έχουν στρωθεί τα χαλιά για τα μεγάλα κεφάλαια των πολυεθνικών, οι οποίες τελικά, με την σύμφωνη γνώμη των Ελληνικών κυβερνήσεων, χαράζουν την οικονομική πολιτική ενός έθνους που αφανίζεται.

Σε μία πολιτεία δικαίου το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών θα πρέπει να καταθέτει νομοσχέδια που θα εξυπηρετούν τον πολίτη, μέσω της ανταποδοτικότητας της φορολογικής πολιτικής. Οι φόροι δεν μπορούν να είναι μία επιβολή με σκοπό την εξαθλίωση των ανθρώπων. Αυτή η διαδικασία θα πρέπει να διασφαλίζεται από τους κρατικούς μηχανισμούς και να ελέγχεται από όλο τον πολιτικό κόσμο. Με την φορολογία θα πρέπει να ενισχύεται η επιχειρηματικότητα, που με τη σειρά της θα βοηθάει στην ανάπτυξη της οικονομίας, αλλά και την αυτάρκεια της χώρας.

Η πάταξη της φοροδιαφυγής μπορεί να επιτευχθεί μόνο με έναν τρόπο, όταν το φορολογικό νομικό πλαίσιο διακατέχεται από ισότητα, διαφάνεια και ανταποδοτικότητα. Δηλαδή, όταν οι πολίτες μιας χώρας πληρώνουν τους φόρους -που πραγματικά τους αναλογούν- γνωρίζουν που διατίθενται και για ποιο σκοπό και τους μένουν στην τσέπη τους άλλα τόσα, για να ζήσουν με αξιοπρέπεια. Επίσης, είναι σημαντικό να μετέχουν ενεργά στην πολιτική του τόπου τους, ώστε να λαμβάνουν μέρος στις αποφάσεις, που παίρνονται γι’ αυτούς και να ενημερώνονται για τα πολιτειακά δρώμενα και σαφώς για την διαχείριση των εσόδων του κράτους. Έτσι ο φορολογούμενος δεν θα έχει κανέναν λόγο να αποκρύπτει τα εισοδήματά του.  

Ο σεβασμός μεταξύ πολίτη και πολιτείας είναι αμφίδρομος, χτίζεται και απο τις δύο πλευρές με υπευθυνότητα και χτίζει ένα μέλλον ευημερίας που δημιουργείται σε ένα εθνικό επίπεδο για όλους τους Έλληνες πολίτες.

Visited 6 times, 1 visit(s) today

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *