Γράφει η Ελένη Νιάρχου
Πάει και το “Βόρεια” …“Μακεδονία” αποκαλεί πλέον την πρώην Δημοκρατία των Σκοπίων, ο πρωθυπουργός της Χρίστιαν Μίτσκοσκι, παρά τη Συμφωνία των Πρεσπών, μέσα από την οποία το όνομα ορίστηκε σε “Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας”, που υπογράφηκε επί κυβέρνηση Τσίπρα, μεταξύ Ελλάδας και “Βόρειας Μακεδονίας”. Υποστηρίζει πως “ … πουθενά στη Συμφωνία των Πρεσπών δεν απαγορεύεται ο προσδιορισμός “Μακεδονικός” ή το “Μακεδονία”. Αυτά ρυθμίζονται από το άρθρο 7 παράγραφος 2 και 3 της Συμφωνίας και μπορούμε τελικά να συμφωνήσουμε ότι έχουμε και εμείς δικαίωμα να χρησιμοποιούμε το επίθετο “Μακεδονικός” όπως και αυτοί (στην Ελλάδα) έχουν το ίδιο δικαίωμα”.
Όμως, το δικαίωμα για την χρήση του ονόματος “Μακεδονία” ή του επιθετικού προσδιορισμού “Μακεδονικός”, δεν είναι κάτι που δόθηκε στους γείτονες μόνο μέσω της συμφωνίας των Πρεσπών. Όταν η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή υπέγραφε το ΦΕΚ 238/1959 με την τότε Γιουγκοσλαβία μέσα στο οποίο (άρθρο 7), τα Σκόπια αναφέρονται ως “Μακεδονία”, άνοιξε ουσιαστικά τον δρόμο για το ξεπούλημα της ιστορίας μας και της κληρονομιάς μας. Μην μπερδεύεστε, αν το ίδιο πρόσωπο το 1992, ως πρόεδρος της Δημοκρατίας, έκλαιγε λέγοντας την φράση “Η Μακεδονία είναι Ελληνική”. Έτσι κάνουν πάντα οι πολιτικοί μας χρόνια τώρα. Άλλα δηλώνουν και άλλα υπογράφουν τελικά.
Κάτι που έκανε και ο Τσίπρας με τα μνημόνια, τα οποία τελικά δεν έσκισε, όπως είχε δηλώσει. Αντ’ αυτού, υπέγραψε, το 2018, την Συμφωνία των Πρεσπών, ενισχύοντας την ταφόπλακα του ξεπουλήματος της χώρας μας.
Και μην ξεχνάμε φυσικά τον νυν πρωθυπουργό της χώρας, Κυριάκο Μητσοτάκη, που ενώ ως αντιπολίτευση καταδίκαζε τη Συμφωνία αυτή, αλλά, ως κυβέρνηση, την αποδέχτηκε με μεγάλη χαρά. Αλλά και όλοι όσοι πέρασαν από τα έδρανα της βουλής, με την στάση τους, έχουν ουσιαστικά συνυπογράψει την συμφωνία αυτή.
Με τη Συμφωνία των Πρεσπών δόθηκε το πράσινο φως, ώστε να μπορεί ο καθένας να αμφισβητεί την εξωτερική και εσωτερική μας πολιτική, ασκώντας πίεση για περαιτέρω διεκδικήσεις, όπως επιθετικοί προσδιορισμοί, αλλαγή συνόρων, αναγνώριση μειονοτήτων, ακόμα και αναγνώριση “Μακεδονικής” γλώσσας.
Χαρακτηριστικό δείγμα είναι, όταν η κυβέρνηση Μητσοτάκη, τον Ιούλιο του 2022, επέτρεψε στην Ελληνική Δικαιοσύνη, μέσω του πρωτοδικείου Φλώρινας, να δώσει άδεια λειτουργίας σε ένα σωματείο που ονομάζεται “Κέντρο Μακεδονικής Γλώσσας”. Και φυσικά δεν αναφέρεται στην τοπική διάλεκτο της Μακεδονίας, αλλά στην Σκοπιανή “γλώσσα” που ομιλείται στην “Βόρεια Μακεδονία”. Δεν φτάνει που υπογράφουμε συνθήκες που ξεπουλάνε την ιστορία μας, αλλά φροντίζουμε και μέσα στον Ελλαδικό χώρο να υπάρχουν σωματεία, μέσα από τα οποία αναγνωρίζουμε πλήρως το ξεπούλημα αυτό, τα οποία ανοίγουν και άλλο τον δρόμο για την παράδοση της εθνική μας ακεραιότητας.
Γιατί, αν δούμε όλη την ιστορική διαδρομή αυτού του θέματος με το όνομα “Μακεδονία”, θα καταλάβουμε πολύ καλά ότι είναι ένα καλά οργανωμένο σχέδιο, ώστε να καταλήξουμε τελικά να χάσουμε τον πολιτισμό μας, τα κληρονομικά μας δικαιώματα, την εδαφική μας ακεραιότητα, την εθνική μας συνείδηση, αλλά και την ταυτότητά μας ως Έλληνες, οδηγώντας στην υπονόμευση της θέση μας στον πλανήτη και της εθνική μας κυριαρχίας.
Ξεκινώντας από την διάσπαση της πρώην Γιουγκοσλαβίας, προχωρώντας στην αλλαγή των συνόρων και καταλήγοντας σε μία γειτονική χώρα, που ενώ καμία σχέση δεν έχει με την Ελληνικότητα, διεκδικεί την ιστορία μας, είναι ολοφάνερος ο πλάγιος τρόπος που έχει δρομολογηθεί ώστε να μας κλέψουν τα δικά μας και τα δίκαιά μας, με κορύφωση τη Συμφωνία των Πρεσπών.
Η Συμφωνία αυτή δεν μπορεί να χαρακτηριστεί αλλιώς παρά μόνο προδοτική, και όλοι οι συμβαλλόμενοι θα πρέπει να τιμωρηθούν για εσχάτη προδοσία.
“Η Μακεδονία δεν είναι Ελληνική.
Η Μακεδονία είναι Ελλάς.”
Έτσι ακριβώς τοποθετήθηκε ο Πρόεδρος της Ελλήνων Συνέλευσις κ. Αρτέμης Σώρρας σε ραδιοφωνική του συνέντευξη, το 2018, μέσα από την οποία δεν αφήνει κανένα περιθώριο σε κανέναν να αμφισβητήσει την ιστορία μας, την κληρονομιά μας και την ταυτότητά μας, κάτι που κανένας πολιτικός δεν έχει κάνει τόσα χρόνια.
Αυτό ακριβώς ονομάζεται εξωτερική πολιτική.
Να μπορείς να τοποθετείσαι στοιχειοθετημένα και στην ακρίβεια, για την ιστορία σου και τα δίκαιά σου, έχοντας την συνείδηση ότι εκπροσωπείς ένα ολόκληρο έθνος, στο οποίο ανήκουν όλα όσα έχουν δημιουργήσει οι πρόγονοί του και φυσικά του ανήκουν.
Άλλωστε, ποιος θα μπορούσε, καλύτερα από εμάς τους Έλληνες, να διαχειριστεί τα δικά μας, αφού, κανείς άλλος, ούτε να τα αναγνωρίσει μπορεί, αλλά ούτε και να τα υποστηρίξει, παρά μόνο να τα αλλοιώσει.
Η Ελληνικότητα, λοιπόν, δεν μπορεί να πουληθεί, παρά μόνο να προστατευτεί και να αναδειχθεί από εμάς τους Έλληνες.