Γράφει η Αργυρώ Παναγιωτοπούλου
Οι υπουργοί Υγείας Άδωνις Γεωργιάδης και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης, σπεύδοντας να “σώσουν ό,τι σώζεται” από το πολύπαθο Εθνικό Σύστημα Υγείας της χώρας μας, υπέγραψαν Κοινή Υπουργική Απόφαση που αφορά τον τρόπο προσέλκυσης και παραμονής ιατρών κλάδου ΕΣΥ σε προβληματικές και άγονες περιοχές. Φυσικά το κίνητρο που ‘’σκαρφίστηκαν’’ είναι καθαρά οικονομικό και εντάσσεται με την μορφή επιδόματος στα μισθολόγια των ιατρών.
Το “τόσο σημαντικό” αυτό νέο ανακοίνωσε περιχαρής και με ύφος θριάμβου, ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, δίνοντας και τις απαραίτητες – κατά τη γνώμη του – επεξηγήσεις σε ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Τόνισε ότι το νέο αυτό επίδομα, ανάλογα και με την κατηγορία της περιοχής που θα ασκεί υπηρεσία ο ιατρός, ξεκινά από τα 200 ευρώ και για συγκεκριμένες ειδικότητες μπορεί να φτάσει έως και τα 600 ευρώ μηνιαίως.
Η πρώτη εντύπωση που δημιουργείται στον αναγνώστη, που διαβάζει την ανάρτηση του κ. Μητσοτάκη είναι, ότι ο Πρωθυπουργός δεν μπορεί να μιλάει σοβαρά, όταν μας λέει ότι με 200 ευρώ παραπάνω το μήνα θα λύσει το πρόβλημα της έλλειψης έως και πλήρους απουσίας γιατρών στις προβληματικές και άγονες περιοχές! Σκεφτόμαστε ότι μπορεί και να μην το εννοεί, να του ξέφυγε εν τη ρύμη του λόγου του, ότι με 200 ευρώ θα βρει γιατρούς, πολύ γρήγορα όμως συνειδητοποιούμε ότι δεν ονειρευόμαστε, ότι όντως ο κ Μητσοτάκης τα έγραψε στην ανάρτησή του και μάλιστα τόνισε ότι θα τα παρουσιάσει αναλυτικότερα σε δύο μέρες στο βήμα της ΔΕΘ.
Όπως όμως “τα ράσα δεν κάνουν τον παπά” – κατά τη λαϊκή ρήση – έτσι και τα 200 ευρώ δεν πρόκειται να κάνουν τον γιατρό… Είναι δε άκρως υποτιμητικό γι’ αυτούς που υπηρετούν την ιατρική επιστήμη, να ακούν τέτοιες υποσχέσεις από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό της χώρας.
Έπειτα, αν το δούμε και από πρακτική άποψη, τι να τα κάνει ο γιατρός τα 200 ή έστω και τα 600 ευρώ που θα του δώσουν επί πλέον, αν τον στείλουν σε ένα μέρος που δεν έχει ούτε τα απαραίτητα εφόδια για την δική του αξιοπρεπή διαβίωση (στέγη, σχολεία για τα παιδιά του κτλ. κτλ.) και ούτε τις βασικές υποδομές για να ασκήσει το λειτούργημά του;
Ο γιατρός μόνος του σε ένα κενό δωμάτιο με ένα γραφείο και ένα κρεβάτι -γιατί δυστυχώς έτσι είναι εξοπλισμένα τα περισσότερα κέντρα υγείας στις άγονες και παραμεθόριες περιοχές δεν μπορεί να κάνει και πολλά, όση θέληση κι αν επιστρατεύσει. Ακόμα και η παροχή πρώτων βοηθειών αποτελεί έναν άθλο, για περαιτέρω ζητήματα πιο εξειδικευμένης φύσης… δεν το συζητάμε καν! Ούτε η πιο απλή διάγνωση δεν είναι εφικτή, (όπως μια ακτινογραφία), όταν λείπουν τα απαραίτητα μηχανήματα.
Τα 200 ή ακόμα και τα 600 ευρώ για τις πιο δύσκολες κατηγορίες περιοχών, δεν πρόκειται να σώσουν καμία κατάσταση, ούτε φυσικά να αντισταθμίσουν την κούραση του γιατρού, εάν αυτός δεν έχει αντικαταστάτη και βοηθούς.
Το τραγικό είναι ότι το 2024 μιλάμε για την ύπαρξη άγονων και προβληματικών περιοχών που παρουσιάζονται σαν κάτι δεδομένο. Μα, ποιος δημιούργησε τις περιοχές αυτές, ποιος τις άφησε χωρίς υποδομές και ανάγκασε τους κατοίκους σιγά-σιγά να τις εγκαταλείψουν; Οι ίδιες οι κυβερνήσεις δεν είναι υπεύθυνες γι’ αυτό με τις πολιτικές αποφάσεις που έπαιρναν, ή που δεν έπαιρναν, μέχρι να φτάσουμε να μιλάμε για κατηγορίες περιοχών;
Το ΕΣΥ στη χώρα μας νοσεί βαριά και οι κυβερνήσεις προσπαθούν να το θεραπεύσουν με ασπιρίνες και ημίμετρα. Η Ελλάδα διαθέτει 3,3 νοσηλευτές ανά 1000 κατοίκους, εμφανίζοντας μια χασματική διαφορά από την πρώτη χώρα της Ευρώπης, τη Δανία, όπου η αναλογία είναι 16,9 νοσηλευτές για κάθε 1000 κατοίκους και οι νοσοκομειακές της εγκαταστάσεις είναι άρτιες σε όλη την χώρα.
Είναι ειρωνεία λοιπόν, όταν έρχεται σήμερα η κυβέρνηση και μας λέει ότι επιχειρεί την αναβάθμιση του ΕΣΥ, πετώντας ψιχουλάκια στους γιατρούς! Είναι προφανές ότι τα εγγενή προβλήματα του ιατρικού τομέα δεν μπορούν να λυθούν μ αυτόν τον τρόπο.
Εμείς οι πολίτες υποφέρουμε, ταλαιπωρούμαστε και πεθαίνουμε άδικα μέσα στα γρανάζια του προβληματικού ΕΣΥ, το οποίο και έχουμε χρηματοδοτήσει αδρά τόσα χρόνια τώρα, γενεές επί γενεών και ακόμα περιμένουμε τα αυτονόητα…
Δεν είναι άξιο απορίας, γιατί οι γιατροί μας φεύγουν στο εξωτερικό, ούτε γιατί επιλέγουν να ιδιωτεύσουν… Απλά δεν έχουν τι να κάνουν σε ένα διαλυμένο καθεστώς υγείας που τους εξουθενώνει πνευματικά και σωματικά κάθε μέρα.
Τα 200 και τα 600 ευρώ λοιπόν δεν κάνουν τον γιατρό – Ιατρό, ούτε λύνουν την παθογένεια του ΕΣΥ. Μόνο εάν υπάρξει αληθινή πολιτική βούληση, το θέμα ασφαλώς μπορεί να επιλυθεί ριζικά και οριστικά.
Η Υγεία είναι πρωταρχικό δίκαιο όλων, όπου κι εάν κατοικούν, όπου και αν βρίσκονται. Χρήματα για να υλοποιήσουμε όλα τα απαραίτητα, ώστε να εξασφαλίσουμε το πρώτιστο των αγαθών για τους πολίτες μας, υπάρχουν! Μόνο με μια ματιά στους προϋπολογισμούς και στους ισολογισμούς μας θα διαπιστώσουμε πως πλούτο έχουμε, αλλά η διαχείριση του είναι προβληματική.
Όπως όλοι λοιπόν αντιλαμβανόμαστε, αν η υγεία ήταν ζήτημα επί πλέον 200 ευρώ τον μήνα, σίγουρα θα είχαμε λύσει το θέμα μέχρι σήμερα και η “Συμμορία της Μιζέριας” που θέλει να απαξιώσει το ΕΣΥ, όπως υπαινίσσεται ο υπουργός Υγείας κ. Άδωνις Γεωργιάδης -χωρίς όμως να αναφέρει ποιους ακριβώς εννοεί- θα είχε εξαφανιστεί δια παντός, ως μη έχουσα λόγο ύπαρξης…