Γράφει ο Δημήτρης Αλαμπάνος
Την περασμένη Κυριακή 26 Ιανουαρίου, χιλιάδες πολίτες βγήκαν στους δρόμους πολλών μεγάλων πόλεων της χώρας, σε μια μαζική και ηχηρή διαμαρτυρία, εκφράζοντας την οργή και την αγανάκτησή τους για τη στάση της κυβέρνησης αλλά και σύσσωμου του πολιτικού κατεστημένου σε ό,τι αφορά την τραγωδία των Τεμπών. Σε πλατείες, δρόμους και κεντρικά σημεία των πόλεων, ακούστηκαν συνθήματα που απαιτούσαν δικαιοσύνη, διαφάνεια και λογοδοσία από πολίτες όλων των ηλικιών. Οι συγκεντρώσεις αυτές δεν ήταν απλώς μια στιγμή οργής, αλλά μια συλλογική κραυγή που απαιτεί αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο η πολιτεία εδώ και πολλές δεκαετίες φέρεται στους πολίτες της.
Σχεδόν δύο χρόνια μετά το τραγικό δυστύχημα, οι οικογένειες των θυμάτων και ολόκληρη η ελληνική κοινωνία εξακολουθούν να ζητούν απαντήσεις. Αντί όμως για αλήθειες βλέπουν υπεκφυγές, αντί για απόδοση ευθυνών παρακολουθούν επικοινωνιακές τακτικές, οι οποίες φτάνουν συχνά τα όρια της ασέβειας και της προσβολής προς τα θύματα και τις οικογένειές τους.
Η τραγωδία των Τεμπών είναι αναμφίβολα ένα από τα πιο συγκλονιστικά περιστατικά στη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας. Έφερε στο φως με τον πιο τραγικό τρόπο τη βαθιά ριζωμένη πολιτική διαφθορά, την ανεπάρκεια των υποδομών και την ατιμωρησία που ακολουθεί κάθε εθνική καταστροφή, κυρίως όταν αυτή σχετίζεται με «ημέτερους».
Δεν είναι η πρώτη φορά που η ελληνική κοινωνία βρίσκεται αντιμέτωπη με τέτοια εγκληματική αδιαφορία. Από τις πολύνεκρες πυρκαγιές στην Ηλεία το 2007, τις φονικές πλημμύρες στη Μάνδρα το 2017 και την βιβλική καταστροφή στο Μάτι το 2018, μέχρι το δυστύχημα των Τεμπών, παρατηρούμε συνεχώς να επαναλαμβάνεται από την πλευρά της πολιτείας το ίδιο μοτίβο: Ανευθυνότητα, ανικανότητα, συγκάλυψη, ατιμωρησία. Πάντα σκαρφίζονται νόμους και νομικά τερτίπια για να προστατεύσουν τους υπεύθυνους, ενώ οι οικογένειες των θυμάτων αλλά και σύσσωμος ο ελληνικός λαός μένουν με αναπάντητα ερωτήματα και μια αίσθηση-βεβαιότητα, βαθιάς αδικίας.
Αυτήν ακριβώς τη συνεχιζόμενη αδικία προσπάθησε για άλλη μια φορά να καταγγείλει το πλήθος των πολιτών με τα πρόσφατα συλλαλητήρια. Σε όλη τη χώρα, οι διαδηλωτές βροντοφώναξαν πως δεν ξεχνούν. Όπως, όμως συμβαίνει πάντα, οι ειρηνικές συγκεντρώσεις κατέληξαν σε συγκρούσεις μεταξύ των ΜΑΤ και ομάδων υποτιθέμενων «αντιεξουσιαστών». Το σκηνικό γνωστό και επαναλαμβανόμενο, επιδιώκει να αποσπάσει την προσοχή από το καίριο ζήτημα που δεν είναι άλλο από την απόδοση ευθυνών και τη λογοδοσία εκ μέρους της πολιτείας.
Από όλα αυτά, προκύπτουν βεβαίως κάποια συμπεράσματα. Αφενός η διαφθορά, η έλλειψη δικαιοσύνης και η ατιμωρησία δεν πρόκειται να αλλάξουν όσο το πολιτικό κατεστημένο παραμένει αμετάβλητο. Με τη διαδοχική αλλαγή προσώπων και κομματικών παρατάξεων το μόνο που επιτυγχάνεται είναι η διατήρηση του φαύλου κύκλου που περιγράφεται πιο πάνω.
Από την άλλη, οι συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας και τα συλλαλητήρια, όσο δυναμικά και συγκινητικά κι αν είναι, δεν οδηγούν σε ουσιαστική ανατροπή της κατάστασης. Το μόνο που επιτυγχάνουν είναι να λειτουργούν ως μια βαλβίδα εκτόνωσης της οργής. Οι πολίτες που συμμετέχουν στις διαδηλώσεις αυτές, στο τέλος της ημέρας επιστρέφουν στο σπίτι τους με μια αίσθηση ικανοποίησης ότι έπραξαν για άλλη μια φορά το καθήκον τους. Μήπως όμως τελικά δεν είναι έτσι τα πράγματα;
Χαρακτηριστικά παραδείγματα τέτοιων περιπτώσεων είναι η επιβολή των μνημονίων και των μέτρων λιτότητας στις 5 Μαΐου 2010, παρά τις μαζικές διαδηλώσεις και την τραγωδία της Marfin, καθώς και η ολοκλήρωση της συμφωνίας για την παραχώρηση του ονόματος της Μακεδονίας, παρά την «αντίσταση» εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών που διαδήλωναν σε όλη τη χώρα.
Το ερώτημα που αναδύεται λοιπόν είναι: Θα συνεχίσουμε οι Έλληνες πολίτες να βιώνουμε τραγωδίες σαν κι αυτή των Τεμπών ή επιτέλους θα αποφασίσουμε να ικανοποιήσουμε την έμφυτη ανάγκη μας να αλλάξουμε ριζικά τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε και ασκούμε την πολιτική; Άλλωστε η ανάγκη δεν είναι τίποτε άλλο από τον ίδιο το στόχο και το σκοπό μιας ιδέας. Συγκεκριμένα της ιδέας να μην αφήνουμε την πολιτική -και μέσα από αυτή την ίδια τη ζωή μας- στα χέρια άλλων. Γιατί όσο το κάνουμε αυτό, τόσο αποδεχόμαστε σιωπηλά ότι η πολιτική είναι κάτι που δεν μας αφορά. Και όμως, η πολιτική δεν είναι παρά μια φυσική ιδιότητα του πολίτη.
Άλλωστε η αλήθεια μέσω της αποδεικτικής διεργασίας, δείχνει ότι η ιδέα της πολιτικής δεν είναι απλώς μια δοτή εξουσία αλλά η ίδια η έκφραση της συλλογικότητας. Η σημερινή πολιτική – κομματική κατάσταση όμως, απέχει πολύ από αυτά τα θεμελιώδη στοιχεία, καθώς έχει διαβρωθεί διαχρονικά από διάφορα αποστατικά στοιχεία που επιδιώκουν την παραχάραξη της πραγματικότητας και την απομάκρυνση των πολιτών από την ουσιαστική τους ευθύνη.
Η πολιτεία, όπως κάθε ζωντανός οργανισμός, οφείλει να λειτουργεί με βάση την Αλήθεια τη Δικαιοσύνη και τη διαφάνεια, όπως ακριβώς επιτάσσει η Δημοκρατία, αλλιώς παραμένει μια άψυχη δομή δίχως συνοχή και προοπτική. Ο πολίτης είναι ο θεμελιώδης κρίκος της κοινωνίας και χωρίς τη συνειδητή του συμμετοχή, η διαφθορά και η αδικία θα συνεχίσουν να κυριαρχούν. Η αναγνώριση αυτής της ευθύνης και η απαίτηση για πραγματική αλλαγή, είναι το πρώτο και πιο σημαντικό βήμα προς μια κοινωνία που θα βασίζεται στην απόλυτη Αλήθεια και τη Δικαιοσύνη. Άλλωστε ο πολίτης, ο οποίος από τη φύση του φέρει την ανδρεία ως θεμελιώδη αξία, είναι εκείνος που δημιουργεί την πολιτεία και την υπερασπίζεται αδιάκοπα σε όλα τα επίπεδα και πεδία της, δίνοντάς της την ευκαιρία να δημιουργήσει νέους πολίτες.
Το μέλλον μας δεν μπορεί να αφεθεί στην τύχη ή ακόμη χειρότερα σε εκείνους που αποδεδειγμένα το καταστρέφουν. Η μεγάλη αλλαγή απαιτεί συνειδητή δράση, και αυτή ξεκινά από εμάς τους ίδιους τους πολίτες, εδώ και τώρα.