Γράφει η Αργυρώ Παναγιωτοπούλου
Το μεσημέρι της Δευτέρας 17 Φεβρουαρίου η μητέρα του 39χρονου Βασίλη Καλογήρου αναγνώρισε τα ρούχα του γιού της στη σορό που εντοπίστηκε σε απομακρυσμένη περιοχή σε λόφο στον Τύρναβο. Το έδαφος ήταν ανώμαλο, πετρώδες και δεν υπήρχε κάποιο σημάδι ότι ο 39χρονος γλίστρησε. Η σορός ανακαλύφθηκε τυχαία από βοσκό της περιοχής, ο οποίος παρέδωσε στους αστυνομικούς όλο το υλικό από την κάμερα που ήταν εγκατεστημένη στο ποιμνιοστάσιό του χωρίς, κατά δήλωση του ίδιου, να ελέγξει τίποτα στο καταγεγραμμένο βίντεο που κρατάει ιστορικό έως και 30 ημέρες πριν.
Είναι σημαντικό να υπενθυμίσουμε ότι τα ίχνη του 39χρονου είχαν χαθεί από τις 30 Δεκεμβρίου αναφερόταν δε συνεχώς στις ειδήσεις και στα δημοσιεύματα ως αγνοούμενος.
Η μητέρα του αδικοχαμένου νέου, προϊσταμένη της εισαγγελίας εφετών Λάρισας προχώρησε λίγες ώρες μετά την αναγνώριση της σορού του νεκρού παιδιού της, σε μια λιτή ανάρτηση στο Facebook στην οποία όμως υπαινίσσεται εγκληματική ενέργεια!
Ας παραθέσουμε κατά λέξη την ανάρτησή της αυτή για να μιλήσει από μόνη της : “ Στην υγειά σας! Είμαι ο Βασίλης που ψάχνατε. Εγώ με τη Χάρη του Θεού βρήκα τον Παράδεισο και βλέπω τον Χριστό που τόσο αγαπώ. Εσείς που με πετάξατε στα βουνά με τα άγρια ζώα καθώς και το κακόψυχο αφεντικό σας, άραγε τι τέλος θα έχετε; “
Ο υπαινιγμός στην ανάρτηση της εισαγγελέως, εκτός από τη βαθύτατη θλίψη που εκφράζει για την απώλεια του παιδιού της, αφήνει να εννοηθεί ότι υπήρξαν και συγκεκριμένοι δράστες που υπακούοντας στις εντολές ενός “κακόψυχου αφεντικού” πέταξαν το γιο της στα βουνά, βορά στα άγρια ζώα.
Πέρα όμως από την απέραντη θλίψη της κ. εισαγγελέως για το θάνατο του γιου της, την οποία και συμμεριζόμαστε απόλυτα, προκύπτουν και κάποια εύλογα ερωτήματα που αναζητούν απαντήσεις.
Για ποιόν λόγο λοιπόν, αν όντως γνωρίζει τα ονόματα αυτών που διέπραξαν το έγκλημα, δεν κατονομάζει τους υπεύθυνους αυτής της αποτρόπαιας πράξης που παίρνει τις διαστάσεις αρχαίας τραγωδίας;
Οι αναφορές σε καταστάσεις και οντότητες της πίστης του νεκρού που διαβάζουμε στην ανάρτηση είναι απολύτως σεβαστές, όμως εδώ στην πραγματική ζωή του υλικού κόσμου που ζούμε όλοι μας, χρειαζόμαστε συγκεκριμένα και χειροπιαστά στοιχεία και αποδείξεις για την αποκάλυψη της αλήθειας που αφορά όλους μας.
Όλοι συμπάσχουμε στον πόνο μιας απώλειας συνανθρώπου μας, θεωρώντας τον και δικό μας άνθρωπο και είναι επόμενο να αναζητούμε την αλήθεια που προκάλεσε τον θάνατό του, η οποία πρόκειται να ωφελήσει όλους μας, απομακρύνοντας την πιθανότητα συγκάλυψης ή πιθανής επανάληψης του ίδιου περιστατικού.
Γνωρίζουμε ότι ο εισαγγελέας είναι δικαστικός λειτουργός κι εκπροσωπεί την πολιτεία ως η μόνη, σύμφωνα με τη σημερινή νομοθεσία, κατηγορούσα αρχή. Ένα από τα βασικά καθήκοντά του είναι η διαλεύκανση όλων των υποθέσεων και έχει στη διάθεσή του κάθε δυνατό μέσο για να φέρει εις πέρας οποιαδήποτε έρευνα του ανατεθεί λόγω της αρμοδιότητάς του.
Η μητέρα του Βασίλη Καλογήρου δεν είναι απλά μια εισαγγελέας αλλά είναι η προϊσταμένη της εισαγγελίας Εφετών Λάρισας, βαθμός που βρίσκεται πολύ ψηλά στην ιεραρχία της Δικαιοσύνης.
Συνεπώς, εκ της θεσμικής της θέσης και μόνο, ήταν αδύνατον να μη γνώριζε ή έστω να μην είχε υποψιαστεί τον ένοχο, εφόσον διεξάγονταν επί ενάμισυ μήνα περίπου έρευνες για έναν αγνοούμενο από τις Αστυνομικές Αρχές στις οποίες προΐστατο η ίδια.
Εκτός όμως από τη θέση που κατείχε δεν θα έπρεπε ως μάνα που χάνει το παιδί της και μάλιστα με τέτοιο φρικτό τρόπο να κατονομάσει ευθέως τον ένοχο ή τους ενόχους του αποτρόπαιου εγκλήματος, όπως η ίδια δηλώνει εμμέσως πλην σαφώς στη γεμάτη υπονοούμενα ανάρτησή της;
Ποιον να εννοεί άραγε όταν γράφει “κακόψυχο αφεντικό” – πράγμα που μπορεί να σημαίνει ότι είχε ενδεχομένως κάποια δείγματα κακότροπης συμπεριφοράς του στο παρελθόν που της επέτρεπαν αυτόν τον χαρακτηρισμό;
Κι αν υπάρχει “αφεντικό” ποια άλλα άτομα σκιαγραφούνται πίσω από τη λέξη “Εσείς…” που βάζει στα χείλη του νεκρού γιού της;
Ποιόν και τι μπορεί να φοβάται τελικά η συντεθλιμμένη αυτή μάνα και μιλάει στο Facebook με μισόλογα;
Έχουμε κάθε λόγο να φανταζόμαστε ότι στην υπόθεση αυτή εμπλέκονται ισχυρά πρόσωπα απ’ όλο το φάσμα της εξουσίας, όπως πολιτικοί ή και θρησκευτικοί παράγοντες, οι οποίοι εμποδίζουν το έργο της Δικαιοσύνης, εκφοβίζοντας ή και απειλώντας στο παρασκήνιο τα άτομα εκείνα που είναι ακριβώς ταγμένα να την υπηρετούν, όπως η εν λόγω εισαγγελέας.
Ακόμα όμως κι έτσι αν είναι, τι άλλο έχει πια να χάσει η μάνα, που χάνει το παιδί της, ενάντια σε κάθε νόμο της φυσιολογικής πορείας της ζωής, ώστε υποκύπτοντας σε οποιοδήποτε εκβιασμό και απ’ όπου κι αν αυτός προέρχεται, να κρατάει το στόμα της κλειστό; Τι και ποιόν φοβάται και δεν λέει τα ονόματα; Είναι όντως απορίας άξιο.
Με μεγάλη μας έκπληξη είδαμε επίσης μια εισαγγελική λειτουργό που έχει ορκιστεί να υπηρετεί την δικαιοσύνη και το δίκαιο να αναζητά δύναμη από τη θρησκευτική της πίστη -σεβαστή, αλλά προσωπικό της θέμα – αντί να στηρίζεται αποκλειστικά στην αποκάλυψη της αλήθειας, εκθέτοντας τα πάντα στο φως, όπως είχε καθήκον και υποχρέωση να κάνει, όχι μόνο απέναντι στους πολίτες, αλλά και στη μνήμη του νεκρού γιού της.
Σ΄ αυτό το σημείο θα πρέπει να θυμίσουμε ότι η εισαγγελέας εφετών Λάρισας ήταν αυτή που μίλησε ανοιχτά για τη συγκάλυψη στα Τέμπη. Μήπως κάποιος θέλησε να της κλείσει το στόμα προειδοποιώντας παράλληλα και όλους τους συναδέλφους της για το τι παθαίνει όποιος τολμά να κάνει αποκαλύψεις;
Αν, όπως δείχνουν τα πράγματα, η απροκάλυπτη επιχείρηση συγκάλυψης του εγκλήματος στα Τέμπη και η δολοφονία του Βασίλη Καλογήρου, γιου της εισαγγελέως που μίλησε γι’ αυτό, έχουν κάποια σχέση μεταξύ τους, αυτή πρέπει να αποκαλυφθεί επειγόντως και να διαλυθεί το σκοτάδι και το πέπλο μυστηρίου που τις τυλίγει.
Διαφορετικά, δεν θα πρόκειται απλώς για μια οικογενειακή τραγική υπόθεση, αλλά αυτή μετατρέπεται σε μείζον πολιτικό και κοινωνικό ζήτημα, εφόσον καταδεικνύει εμφανώς πώς αόρατοι, σκιώδεις εντολείς “κρατούν δεμένα τα χέρια” των λειτουργών της Δικαιοσύνης, αποτρέποντάς τους από την εκτέλεση της ύψιστης αποστολής που έχουν αναλάβει ως ερευνητές της Αλήθειας.