Μαρίν Λεπέν- Η ΕΕ, τα σκάνδαλα και το πανηγύρι που στήνεται  πίσω από τις πλάτες μας


Γράφει η Αργυρώ Παναγιωτοπούλου

Η ηγέτιδα της γαλλικής ακροδεξιάς Μαρίν Λεπέν, καθώς και οκτώ ευρωβουλευτές του κόμματός της κρίθηκαν ένοχοι από γαλλικό δικαστήριο για υπεξαίρεση δημοσίου χρήματος.

Η ποινή που της επιβλήθηκε από το δικαστήριο του Παρισιού, περιελάμβανε μεταξύ άλλων και τη στέρηση του δικαιώματος του εκλέγεσθαι για πέντε έτη, πράγμα που σημαίνει ότι δεν μπορεί να κατέβει υποψήφια στις προεδρικές εκλογές του 2027.

Η κατηγορία της υπεξαίρεσης, στηρίχθηκε στο γεγονός ότι το κόμμα της Μαρίν Λεπέν χρησιμοποίησε τα ευρωπαϊκά κονδύλια που είχε το δικαίωμα να λάβει από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, (της τάξης των 4 εκατ. ευρώ) για να πληρώνει μέσω εικονικών συμβάσεων εργασίας, τα επαγγελματικά του στελέχη και όχι – ως όφειλε – τους συνεργάτες των ευρωβουλευτών του.

Το δικαστήριο αποφάνθηκε επίσης ότι η Μαρίν Λεπέν τα γνώριζε όλα αυτά από το 2009, σημειώνοντας, ωστόσο ότι η επικεφαλής της γαλλικής ακροδεξιάς, δεν αποσκοπούσε στον προσωπικό πλουτισμό της. Στην προκειμένη περίπτωση πάντως, το δικαστήριο έκρινε ότι επί της αρχής έπρεπε να της επιβληθεί η ποινή της στέρησης του δικαιώματος του εκλέγεσθαι.

Η Μαρίν Λεπέν δήλωσε αθώα κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας και προτίθεται να εφεσιβάλει την εις βάρος της καταδικαστική απόφαση, όπως γνωστοποίησε ο δικηγόρος της, Ροντόλφ Μποσελού, ο οποίος χαρακτήρισε την όλη υπόθεση “ένα πλήγμα για τη δημοκρατία”, όπως είπε σε δημοσιογράφους έξω από τα κεντρικά γραφεία του ακροδεξιού κόμματος “Εθνικός Συναγερμός” στο Παρίσι . 

Η συγκεκριμένη αυτή υπόθεση φέρνει στο φως άλλη μια πτυχή του ευρύτερου ζητήματος της διαφάνειας στη διαχείριση των δημοσίων κονδυλίων της Ευρώπης. Γίνεται φανερό ότι οι ευρωπαϊκοί οικονομικοί πόροι χρησιμοποιούνται από τα διάφορα πολιτικά κόμματα για άλλους σκοπούς από αυτούς για τους οποίους προορίζονται, όπως είδαμε στην περίπτωση του κόμματος της Μαρίν Λεπέν. Το γεγονός αυτό, κλονίζει σοβαρά την αξιοπιστία των θεσμών και διαβρώνει τη σχέση που πρέπει να έχει κάθε πολίτης με την πολιτική. 

Διάφορα παρόμοια σκάνδαλα, τύπου Λεπέν, βλέπουν κάθε τόσο το φως της δημοσιότητας,  πάντα καθυστερημένα και μόνον αφού τα σχετικά θέματα ανακινηθούν αρκετά από τα ΜΜΕ ή φθάσει η υπόθεση στο δικαστήριο.

Το 2003, ένα σκάνδαλο διαφθοράς συγκλόνισε τη Ρουμανία, όταν η υπουργός Ευρωπαϊκής Ένταξης της χώρας, Hildegard Carola Puwak, κατηγορήθηκε ότι διέθεσε παράνομα περίπου 150.000 ευρώ από κονδύλια της ΕΕ σε εταιρείες που διευθύνονταν από τον σύζυγό και τον γιό της, για την εκπαίδευση των Ρουμάνων στη Γερμανία.

Η κ. Puwak επιχείρησε επανειλημμένα να αρνηθεί κάθε αδικοπραγία, ισχυριζόμενη ότι οι εταιρείες του συζύγου και του γιού της έλαβαν τα ποσά αυτά, όταν εκείνη ήταν ακόμα βουλευτής της αντιπολίτευσης, ωστόσο από την εξέταση των στοιχείων, προέκυψε ότι τα χρήματα δόθηκαν, ενώ η ίδια ήταν στην Κυβέρνηση. Τέτοια σκάνδαλα παράνομης διακίνησης ευρωπαϊκών πόρων, καθυστέρησαν την ολοκλήρωση των ενταξιακών συνομιλιών, τόσο της Ρουμανίας, όσο και της Βουλγαρίας για την ενσωμάτωσή τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αξίζει επίσης να υπενθυμιστεί το σκάνδαλο του 1999, όταν ολόκληρη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, υπό την προεδρία του Λουξεμβούργου Ζακ Σαντέρ, αναγκάστηκε να παραιτηθεί, λόγω μιας σειράς σκανδάλων κακοδιαχείρισης, η οποία έπληξε την Κομισιόν.

Το 2011 ο πρώην ευρωβουλευτής και πρώην υπουργός της Αυστρίας, Ερνστ Στράσερ, οδηγήθηκε στη φυλακή για τρία χρόνια, διότι κατά τη διάρκεια της ευρωκοινοβουλευτικής του θητείας, εξασφάλιζε προς όφελός του 100.000 ευρώ ετησίως, προωθώντας νομοσχέδια στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, μέσω μιας εικονικής εταιρείας αποτελούμενης από δημοσιογράφους που παρίσταναν τους λομπίστες, με στόχο το “ξέπλυμα” ευρωπαϊκών κονδυλίων. 

Πριν από δύο περίπου χρόνια ζήσαμε ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα στην ιστορία των ευρωπαϊκών θεσμών, όταν η Εύα Καϊλή, μία εκ των 14 Αντιπροέδρων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, και πέντε ακόμη άτομα κατηγορήθηκαν για φερόμενη εγκληματική οργάνωση, διαφθορά και ξέπλυμα βρώμικου χρήματος. Μετά τη σύντομη φυλάκισή της, η Εύα Καϊλή αφέθηκε ελεύθερη με περιοριστικούς όρους, αλλά η δίκη δε φαίνεται να γίνεται σύντομα, λόγω των χρονοβόρων ενεργειών για την ολοκλήρωση της έρευνας.  

Αυτά είναι μόνο μερικά αντιπροσωπευτικά δείγματα του ανορθόδοξου τρόπου με τον οποίο διαχειρίζονται τα ευρωπαϊκά κονδύλια, δηλαδή τα χρήματα του συνόλου των Ευρωπαίων πολιτών, όλοι οι αντιπρόσωποί μας, είτε αυτοί είναι βουλευτές ή υπουργοί στη χώρα τους, είτε κατέχουν μια έδρα στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο. Σίγουρα θα υπάρχουν κι άλλες τέτοιες παρόμοιες περιπτώσεις που καταδεικνύουν το “πανηγύρι” που στήνεται με τα χρήματά μας πίσω από τις πλάτες μας.

Η ΕΕ, δείχνοντας να ανησυχεί και να ενδιαφέρεται για τον τρόπο με τον οποίο οι αρμόδιοι φορείς διαχειρίζονται τα κεφάλαια του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού, εκδίδει ανακοινώσεις όπως αυτήν της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης C 121/1 – 9/4/2021 με  κατευθυντήριες γραμμές για την αποφυγή και τη διαχείριση συγκρούσεων συμφερόντων στο πλαίσιο του Δημοσιονομικού Κανονισμού. Στόχος της είναι, όπως αναφέρει, “να διευκολυνθεί η εκτέλεση και να ενθαρρυνθούν οι ορθές πρακτικές”. Συμπληρώνει όμως τονίζοντας ότι : “ Τα παραδείγματα που παρέχονται στο έγγραφο αποσκοπούν απλώς στην επεξήγηση των ειδικών εννοιών που παρουσιάζονται σε κάθε κεφάλαιο”. Συνεχίζοντας, πετάει το “μπαλάκι” στη Δικαιοσύνη, λέγοντας ότι “Μόνο το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι αρμόδιο να ερμηνεύει εγκύρως το δίκαιο της Ένωσης”.    

Στην ίδια Εφημερίδα, διαβάζουμε ότι ο Δημοσιονομικός Κανονισμός του 2018, που επέκτεινε τον προηγούμενο του 2012, “απαιτεί ρητά, όχι μόνο την πρόληψη καταστάσεων που ενέχουν σύγκρουση συμφερόντων, αλλά και την αντιμετώπιση αυτών των καταστάσεων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που μπορεί αντικειμενικά να εκληφθούν ως σύγκρουση συμφερόντων”.

Μήπως η ΕΕ με όλες αυτές τις μακροσκελείς και φλύαρες εκθέσεις της εμπαίζει κατάφωρα τη νοημοσύνη μας;  Από τη μια, ενθαρρύνει τις “ορθές πρακτικές” και από την άλλη, αφήνει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο την ερμηνευτική διαδικασία.

Ο όρος “σύγκρουση συμφερόντων”, που τόσο συχνά αναφέρεται στην εφημερίδα της, αποδεικνύει ότι γνωρίζει πολύ καλά την ύπαρξή τους κι αν και, όπως δηλώνει, απαιτεί ρητά την πρόληψή τους, αποφεύγει να πάρει δυναμικές αποφάσεις για ουσιαστικές λύσεις, αφήνοντας έτσι ελεύθερο το πεδίο σε διάφορους επιτήδειους, να συγκρούονται για τα δικά τους συμφέροντα – πράγμα που την καθιστά συνένοχη σε όποιες αξιόποινες πράξεις προκύψουν.

Καθίσταται πλέον ολοφάνερο ότι τα κόμματα με τους κομματανθρώπους τους, σε όποιο κράτος κι αν βρίσκονται, εκμεταλλεύονται τη θέση τους, για να εξυπηρετήσουν μόνο τα κομματικά ή τα προσωπικά τους συμφέροντα, αδιαφορούν τελείως για το γεγονός ότι διαχειρίζονται τα χρήματα των πολιτών και υπονομεύουν διαρκώς τη διαφάνεια και τις δημοκρατικές διαδικασίες που τη διασφαλίζουν.

Είναι επιτακτική ανάγκη να σταματήσει η κατάχρηση του δημόσιου πλούτου από οποιονδήποτε μπορεί να έχει πρόσβαση σε αυτόν. Αυτό, μπορεί να συμβεί μόνο με μια ευνομούμενη – ανθρωποκεντρική Πολιτεία στα πλαίσια της οποίας θα δημοσιεύεται, σε κοινή θέα και με απλά, λιτά και κατανοητά λόγια, οποιαδήποτε απόφαση σχετικά με τη διάθεση των ευρωπαϊκών πόρων, ώστε ο πολίτης να γνωρίζει πού θα επενδυθούν τα χρήματά του.

Όσον αφορά τη διαχείριση των ευρωπαϊκών κονδυλίων, ο πολίτης πρέπει να έχει ελεύθερη και άμεση πρόσβαση σε όλες τις πληροφορίες, για να μπορεί να ελέγχει τα σχέδια, τις συμβάσεις, καθώς και τους απολογισμούς της εκτέλεσης κάθε κοινωφελούς έργου.

Σε μια τέτοια ευνομούμενη Πολιτεία, ο Νόμος της πλήρους δημοσιότητας, δίνει το δικαίωμα σε κάθε δημόσιο λειτουργό και πολίτη να κάνει ό,τι θέλει, αρκεί το κίνητρο των πράξεών του, των εκφράσεών του και των επιλογών του να είναι σε δημόσια θέα. 

Το κίνητρο αυτό για οποιαδήποτε πράξη, έκφραση ή επιλογή που θα εκτίθεται δημόσια, δε θα πρέπει να είναι κρυφό και απομονωμένο από το σώμα της Πολιτείας, αλλά να είναι πάντα καταξιωμένο με αρετή και σεβασμό προς όλα τα μέλη που συνθέτουν το σύνολο της Πολιτείας. 

Με μια τέτοια πολιτειακή θωράκιση θα εξαφανιστούν δια παντός τα αίτια για κάθε είδους κατάχρηση ευρωπαϊκών ή και εγχώριων κονδυλίων, ώστε να μη χρειάζεται πλέον να σπεύδουμε, κατόπιν εορτής, να δικάζουμε κάθε φορά το αποτέλεσμά τους.


Visited 51 times, 1 visit(s) today

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *