Γράφει η Νιάρχου Ελένη
Στις 31/03/2025 έληξε η προθεσμία καταβολής της 1ης δόσης του ΕΝΦΙΑ ή της εξόφλησής του. Αν κάποιος έχασε την προθεσμία αυτή μπορεί να προβεί σε ρύθμιση 12 ή 24 δόσεων. Στην περίπτωση των 12 δόσεων υπολογίζεται μηνιαίος τόκος εκπρόθεσμης καταβολής 0,73%, και στις 24 δόσεις 5,84% στο κεφάλαιο της καθυστερούμενης δόσης, για κάθε μήνα καθυστέρησης. Επιπλέον, σε περίπτωση εκπρόθεσμης πληρωμής μιας από τις μηνιαίες δόσεις της πάγιας ρύθμισης, το ποσό της δόσης αυτής επιβαρύνεται με προσαύξηση 15%. Προσαύξηση στην προσαύξηση πάνω σε έναν ήδη άδικο φόρο, που αν και ορίστηκε ως “προσωρινός” τελικά ήρθε για να … μείνει.
Ο Ενιαίος Φόρος Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) ο οποίος θεσπίστηκε το 2013 (ν.4223/2013 ΦΕΚ Α΄287/31.12.2013) επί Κυβέρνηση Σαμαρά, είναι η μετονομασία του ΕΕΤΗΔΕ (Έκτακτο Ειδικό Τέλος Ηλεκτροδοτούμενων Δομημένων Χώρων), επί κυβέρνηση Παπανδρέου, με Υπουργό Οικονομικών τον Ευάγγελο Βενιζέλο, ο οποίος επιβαλλόταν στους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος, το γνωστό σε όλους μας, “χαράτσι”. Η ΝΔ, ως αντιπολίτευση τότε, είχε αντιδράσει σε αυτόν τον φόρο, άσχετα αν το 2013 τον επικύρωσε ξανά ως ΕΝΦΙΑ, αφαιρώντας τον μόνο από τους λογαριασμούς της ΔΕΗ. Έτσι, με αυτόν τον τρόπο, ο προσωρινός φόρος, όπως τον είχε χαρακτηρίσει ο κ. Βενιζέλος, έμεινε για τα καλά έως και σήμερα.
Τελικά, οι φόροι των ακινήτων έρχονται για να μείνουν και λειτουργούν προσθετικά με τους προηγούμενους, με αποτέλεσμα η φορολογία που οι ιδιοκτήτες της ακίνητης περιουσίας καλούνται να πληρώσουν, συνεχώς να αυξάνεται, σαν να θέλει το κράτος να τιμωρήσει τους πολίτες του. Ακόμα και όταν ένας γονιός θελήσει να μεταβιβάσει το σπίτι του στα παιδιά του, πληρώνει φόρο, λες και εισέπραξε χρήματα, ώστε να δώσει και στο κράτος. Ο ΕΝΦΙΑ φυσικά αποτελεί τον πιο άδικο φόρο, αφού είναι ετήσιος και λειτουργεί ως ενοίκιο προς το κράτος για το δικό μας σπίτι. Κατά τα άλλα, είμαστε ιδιοκτήτες και κύριοι-κάτοχοι της οικίας μας! Πρώτη φορά στην οικονομική πολιτική της χώρας μας οι ιδιοκτήτες πληρώνουν “ενοίκιο”.
Αν και, κατά τις δηλώσεις του κ. Βενιζέλου το 2011, ο φόρος αυτός ταυτιζόταν με την οικονομική σωτηρία της χώρας, όχι απλώς δεν έχουμε δει την σωτηρία αυτή, αλλά ούτε καν την καλυτέρευση των οικονομικών στα ταμεία της χώρας, αλλά και στην τσέπη μας. Μετά από τόσα χρόνια, και με την μόνιμη πλέον καταβολή του ΕΝΦΙΑ, αντιλαμβανόμαστε ότι ο μόνος λόγος που τον χαρακτήριζαν προσωρινό ή τον ταύτιζαν με την οικονομική ευημερία της χώρας, ήταν μόνο για να μας πείσουν ότι πρέπει να σφίξουμε πάλι το ζωνάρι, περιμένοντας τα “δώρα” από τον φόρο που επέβαλλαν. Στην Ελλάδα όμως, οι φόροι δεν λειτουργούν ποτέ ανταποδοτικά, οπότε δεν συνέβη τίποτε άλλο από την μονιμοποίηση του ΕΝΦΙΑ και χωρίς καμία πια αντίδραση από τους πολίτες, αφού είχε γίνει η ετήσια συνήθειά μας.
Και χωρίς ποτέ να αντιδρούμε, καταλήγουμε να είμαστε ενοικιαστές στο ίδιο μας το σπίτι, αφού με τους υπάρχοντες φόρους έχουμε πάψει να είμαστε κυρίαρχοι της εστίας και της περιουσίας μας. Γιατί για να είναι κάποιος κύριος της ακίνητης περιουσίας του θα πρέπει να μην του έχει χρεωθεί οφειλή πάνω σε αυτήν. Με τους τόσο υψηλούς φόρους, η πιθανότητα του να μην χρωστάει κάποιος έχει εκλείψει από καιρό, και το αποτέλεσμα είναι η μη κυριότητά μας πάνω στα σπίτια μας.
Αλλά και αν ακόμα μπορεί να ανταποκριθεί στις οικονομικές επιβαρύνσεις που του επιβάλλει το κράτος, πάλι δεν είναι κυρίαρχος, αφού συνεχώς η κατοχή και κυριαρχία της περιουσίας του ορίζεται από το ποσό που του ζητούν. Δηλαδή, στην ουσία, αγοράζουμε το σπίτι μας, ξανά και ξανά, χωρίς ποτέ να έρχεται εξ ολοκλήρου στην κατοχή μας.
Ένας πολίτης μπορεί να είναι κύριος της οικίας του, μόνο αν δεν χρειαστεί να πληρώσει γι’ αυτήν ποτέ ξανά από τότε που έγινε ιδιοκτήτης της. Μία πολιτεία που σέβεται τους πολίτες της και κύριο μέλημά της είναι το αίσθημα ασφάλειας που πρέπει οι πολίτες να νιώθουν κάτω από την στέγη τους, οφείλει να καταργήσει οποιονδήποτε φόρο αφορά την ακίνητη περιουσία.
Αυτό, βέβαια θα επιτευχθεί μόνο αν οι Κυβερνήσεις λειτουργούν υπέρ των πολιτών και όχι αν στέκονται απέναντί μας, προσθέτοντας συνεχώς φόρους χωρίς ανταπόδοση με μόνο σκοπό την οικονομική μας εξαθλίωση.