Μνημόνιο συνεργασίας μεταξύ ΕΚΠΑ & ΙΣΑ: Στροφή στην επιστημονική καινοτομία ή υποταγή στα συμφέροντα;


Γράφει ο Δημήτρης Αλαμπάνος

Ομάδα φοιτητών της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ επισκέφθηκε πρόσφατα τα γραφεία του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών (ΙΣΑ) και συναντήθηκε με τον πρόεδρο του συλλόγου, κ. Γιώργο Πατούλη. Κατά τη διάρκεια της συνάντησης, πραγματοποιήθηκε μια σφαιρική συζήτηση, με έμφαση στα ζητήματα που απασχολούν τη νέα γενιά γιατρών. Οι φοιτητές εξέθεσαν τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν στην εκπαίδευσή τους, ενώ ο κ. Πατούλης διαβεβαίωσε τη στήριξη του ΙΣΑ προς αυτούς. Στο πλαίσιο αυτό, αποφασίστηκε η υπογραφή Συμφώνου Συνεργασίας μεταξύ του ΙΣΑ και των εκπροσώπων των φοιτητών, καθώς και η ενεργή συμμετοχή τους σε επιστημονικά συνέδρια.

Όμως παρά τις θετικές προθέσεις και τις εξαγγελίες για στήριξη των νέων επιστημόνων, παραμένει αβέβαιο το πώς και αν αυτές οι δεσμεύσεις θα γίνουν πράξη. Γιατί μέχρι σήμερα δεν έχουν εφαρμοστεί ουσιαστικά μέτρα για την ενίσχυση της ιατρικής εκπαίδευσης και της επιστημονικής έρευνας; 

Οι Έλληνες γιατροί όντως διακρίνονται διεθνώς, όμως αυτό σίγουρα δεν οφείλεται στην εγχώρια εκπαίδευση, όπως ισχυρίζεται ο κ. Πατούλης, η οποία υποφέρει από σοβαρές ελλείψεις σε υποδομές, χρηματοδότηση και σύγχρονα προγράμματα σπουδών. Μια απλή επίσκεψη στα ελληνικά πανεπιστήμια αρκεί για να επιβεβαιώσει αυτή τη θλιβερή κατάσταση.

Στην πραγματικότητα πολλοί νέοι επιστήμονες αναγκάζονται να αναζητήσουν ευκαιρίες στο εξωτερικό, καθώς τα ελληνικά πανεπιστήμια αδυνατούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της παγκόσμιας αγοράς εργασίας. Η υποστήριξη που παρέχεται διαχρονικά από το κράτος και τους επαγγελματικούς συλλόγους όπως ο ΙΣΑ, αποδεικνύεται ανεπαρκής, αν όχι ανύπαρκτη. Η έλλειψη χρηματοδότησης για έρευνες, η γραφειοκρατία και η απουσία ουσιαστικών κινήτρων για νέους επιστήμονες, οδηγούν στη διαρροή εγκεφάλων, με πολλούς Έλληνες γιατρούς να επιλέγουν το εξωτερικό για καλύτερες συνθήκες εργασίας και εξέλιξης.

Απ΄ την άλλη, οι γιατροί και κατ’ επέκταση ο ΙΣΑ, έχει αποδειχθεί στην πράξη πως λειτουργούν ως dealers των μεγάλων φαρμακευτικών εταιρειών, προωθώντας τα συμφέροντά τους σε βάρος των πραγματικών αναγκών της επιστημονικής κοινότητας, αλλά και της ελληνικής κοινωνίας γενικότερα. 

Με βάση τα παραπάνω, προκύπτει το ερώτημα, αν η επικείμενη συνεργασία του ΙΣΑ με τους φοιτητές αποτελεί πράγματι μια πρωτοβουλία ενίσχυσης της νέας γενιάς ή αν εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο εξυπηρέτησης εταιρικών συμφερόντων.

Η κατάσταση αυτή φυσικά δεν είναι καινούργια. Πρόκειται για ένα διαχρονικό πρόβλημα που οφείλεται στην παντελή έλλειψη κρατικής και πανεπιστημιακής πρόνοιας στην ιατρική έρευνα και τον εξοπλισμό. Αν δεν υπάρξουν άμεσα μέτρα για τη βελτίωση της ιατρικής εκπαίδευσης και τη στήριξη των νέων γιατρών, η Ελλάδα κινδυνεύει να χάσει ένα πολύτιμο ανθρώπινο κεφάλαιο, που θα συνεχίσει να προσφέρει τις υπηρεσίες του εκτός των συνόρων της χώρας.

Για να υπάρξει λοιπόν ουσιαστική αλλαγή, είναι απαραίτητο να εφαρμοστούν καινοτόμα προγράμματα σπουδών και παράλληλα να δημιουργηθούν ισχυρά δίκτυα χρηματοδότησης και έρευνας εντός των πανεπιστημίων. Τα ελληνικά πανεπιστήμια θα πρέπει να συνεργαστούν στενότερα με επιστημονικούς και τεχνολογικούς φορείς, προκειμένου να δημιουργηθούν προγράμματα που θα προωθούν την καινοτομία και την εφαρμοσμένη έρευνα στην ιατρική.

Χρήσιμη θα ήταν η υιοθέτηση ενός νέου πλαισίου χρηματοδότησης, σύμφωνα με το οποίο μέρος των εσόδων από τις επιστημονικές ανακαλύψεις και τις ιατρικές πατέντες, θα επιστρέφει άμεσα στα ίδια τα ιδρύματα. Με αυτό τον τρόπο  θα μπορούσε να επιτευχθεί και να ενισχυθεί η αυτοχρηματοδότηση, έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η απρόσκοπτη λειτουργία των ερευνητικών προγραμμάτων. Παράλληλα, η δημιουργία κλινικών ερευνητικών κέντρων σε συνεργασία με τα πανεπιστήμια, όπου θα μπορούν να διεξάγονται εφαρμογές νέων μεθόδων θεραπείας και τεχνολογίας υπό δημόσιο έλεγχο, θα συμβάλει στην ενίσχυση της επιστημονικής δημιουργίας, χωρίς τη σημερινή ασφυκτική εξάρτηση από τις φαρμακευτικές εταιρείες.

Επιπλέον, η αναβάθμιση των πανεπιστημιακών προγραμμάτων με την εισαγωγή σύγχρονων μεθόδων διδασκαλίας, σε συνδυασμό με τη βελτίωση των υποδομών, είναι απαραίτητη και πρέπει να ενταχθεί στο συνολικό εκσυγχρονισμό του εκπαιδευτικού μας συστήματος. 

Επίσης, η δημιουργία ανταγωνιστικών ευκαιριών εργασίας και εξέλιξης εντός της χώρας, αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για τη συγκράτηση του επιστημονικού δυναμικού στην Ελλάδα. Η παροχή ουσιαστικών κινήτρων, όπως χρηματοδότηση για μεταπτυχιακές σπουδές, υποτροφίες για ερευνητικά έργα και εξασφάλιση θέσεων εργασίας στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, είναι απαραίτητη για να αποτραπεί η διαρροή προς το εξωτερικό σπουδαίων Ελληνικών μυαλών.

Αν οι προτάσεις αυτές υλοποιηθούν άμεσα, η Ελλάδα θα πάψει να λειτουργεί ως ένα εκπαιδευτικό κέντρο προετοιμασίας επιστημόνων, που τελικά θα διαπρέψουν σε άλλες χώρες, αφήνοντας πίσω ένα σύστημα υγείας ανίκανο να ανταποκριθεί στις σύγχρονες ανάγκες της κοινωνίας.



Visited 62 times, 1 visit(s) today

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *