Γράφει ο Δημήτρης Αλαμπάνος
Την ώρα που ο κρατικός μηχανισμός επιδεικνύει μια χρόνια αδιαφορία και απαξίωση απέναντι στον ελληνικό αθλητισμό, οι αθλητές μας συνεχίζουν να σηκώνουν ψηλά την ελληνική σημαία. Μόνοι τους, με επιμονή, πάθος και συχνά με προσωπικές θυσίες.
Ο φετινός Απρίλιος ξεκίνησε με έναν καταιγισμό διεθνών διακρίσεων, που όχι μόνο προκάλεσαν συγκίνηση και υπερηφάνεια, αλλά απέδειξαν για άλλη μία φορά, ότι το ταλέντο και το φρόνημα των Ελλήνων πρωταθλητών δεν γνωρίζουν σύνορα.
Η εθνική ομάδα πόλο γυναικών έγραψε ιστορία, κατακτώντας το χρυσό μετάλλιο στο Παγκόσμιο Κύπελλο, νικώντας την υπερδύναμη Ουγγαρία στον τελικό. Μια ομάδα που χτίστηκε με πείσμα, υπομονή και σκληρή δουλειά, χωρίς τα φώτα της δημοσιότητας και με πενιχρή κρατική υποστήριξη.
Την ίδια στιγμή, ο Νταουρέν Κουρουγκλίεφ κατέκτησε για τρίτη συνεχή χρονιά το χρυσό μετάλλιο στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα πάλης, αποδεικνύοντας ότι ο πρωταθλητισμός στην Ελλάδα επιβιώνει, αν και δεν στηρίζεται θεσμικά όπως θα έπρεπε. Μόνος του, όπως και τόσοι άλλοι, με στηρίγματα περισσότερο από τον ιδιωτικό τομέα ή την οικογένεια, παρά από την πολιτεία.
Στο τζούντο, η Ελισάβετ Τελτσίδου ανέβηκε ξανά στο βάθρο, κατακτώντας το ασημένιο μετάλλιο στα 70 κιλά του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος στο τζούντο και χαρίζοντας στην Ελλάδα το 13ο της μετάλλιο στη διοργάνωση. Μια αθλήτρια που συνεχίζει να προπονείται με πείσμα και ψυχή, σε υποδομές που δεν αρμόζουν ούτε σε ερασιτεχνική ομάδα χώρας του τρίτου κόσμου.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, η εξαιρετική Ελίνα Τζένγκο κατέκτησε την πρώτη θέση στο Diamond League της χρονιάς, αποδεικνύοντας πως το ταλέντο, όταν συνοδεύεται από αποφασιστικότητα και δουλειά, μπορεί να συναγωνιστεί τα μεγαλύτερα ονόματα του παγκόσμιου στίβου.
Πόσο ακόμη όμως οι πρωταθλητές μας θα καταφέρνουν να διακρίνονται διεθνώς, κόντρα στην αδιαφορία της Πολιτείας και όχι χάρη στη στήριξή της;
Είναι προφανές ότι όλα αυτά τα επιτεύγματα συμβαίνουν χωρίς ένα συνεκτικό εθνικό σχέδιο για τον αθλητισμό. Χωρίς δομές στήριξης, χωρίς σταθερή χρηματοδότηση, χωρίς στρατηγική αξιοποίησης των επιτυχιών, ούτε για τους αθλητές, ούτε για την υπόλοιπη νεολαία. Για πόσο ακόμα θα ανεχόμαστε αυτή την εγκατάλειψη από όλες τις κυβερνήσεις, ανεξαρτήτως χρώματος και ιδεολογίας;
Οι υπό αυτές τις συνθήκες απίθανες διακρίσεις των Ελλήνων αθλητών στα διεθνή πρωταθλήματα, αποδεικνύουν για μία ακόμη φορά ότι η Ελλάδα δεν στερείται ταλέντου, δύναμης ή ψυχής. Αυτό που της λείπει είναι η διάθεση να επενδύσει στους ανθρώπους της. Η εθνική υπερηφάνεια που γεννούν οι διακρίσεις, δεν συνοδεύεται από την αντίστοιχη πολιτική βούληση να ενισχυθεί ο χώρος του αθλητισμού. Οι Έλληνες αθλητές και αθλήτριες, όχι μόνο δεν στηρίζονται από την πολιτεία για να πετύχουν τους στόχους τους, αλλά πολλές φορές παλεύουν ενάντια σε αυτή για να μπορέσουν να φτάσουν στην κορυφή.
Ο πρωταθλητισμός στην Ελλάδα δεν είναι απλώς απαιτητικός, είναι εξαντλητικός. Οικονομικά, ψυχολογικά και σωματικά. Η χαμηλή κρατική χρηματοδότηση, η απουσία σύγχρονων υποδομών, η σχεδόν μηδενική στήριξη από το κράτος, συνθέτουν ένα τοπίο, όπου ο αθλητής είναι μόνος του. Χωρίς επιστημονική υποστήριξη, χωρίς εξοπλισμό, χωρίς κατάλληλους χώρους προπόνησης.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο τεχνικός διευθυντής του ΣΕΓΑΣ Χρήστος Μελέτογλου, παραδέχθηκε πως στην Αττική , την πολυπληθέστερη περιοχή της χώρας, δεν υπάρχει ούτε ένα στάδιο ικανό να φιλοξενήσει Πανελλήνιο Πρωτάθλημα. Ούτε ένα! Αν αυτό δεν αποτελεί εθνική αποτυχία, τότε τι;
Πίσω από κάθε μετάλλιο, υπάρχει μια ιστορία επιβίωσης. Πίσω από κάθε επιτυχία, ένας καθημερινός άθλος. Πολλοί αθλητές αναγκάζονται να διαλέξουν ανάμεσα στην καριέρα και τις σπουδές ή την εργασία. Άλλοι επιβαρύνονται προσωπικά το κόστος προετοιμασίας και αγώνων. Και ακόμα περισσότεροι εγκαταλείπουν το άθλημα, γιατί απλά δεν μπορούν να συνεχίσουν.
Πόσα παιδιά άραγε, παρά το μεγάλο τους ταλέντο, δεν θα μπορέσουν να διακριθούν ποτέ, γιατί δεν μπόρεσαν να πληρώσουν ένα καλό ζευγάρι αθλητικά παπούτσια, μια ρακέτα , μια συνδρομή, ή τις μετακινήσεις τους για προπονήσεις και αγώνες; Πόσα ταλέντα έσβησαν στη σιωπή, επειδή δεν υπήρχε ένα κατάλληλο τοπικό αθλητικό πρόγραμμα, ένας καθηγητής φυσικής αγωγής, ένας προπονητής να τους δώσει την πρώτη σπίθα; Πόσα τέτοια ταλέντα δεν θα μάθουμε ποτέ, γιατί η πολιτεία δεν ήθελε ή δεν μπορούσε να τα εντοπίσει;
Οι καταγγελίες αθλητών του στίβου για τα χρήματα της Ολυμπιακής προετοιμασίας που “εξαφανίστηκαν” σε ομοσπονδιακούς λαβύρινθους και οι δηλώσεις του ίδιου του Σπύρου Καπράλου για τις μάχες μεταξύ ομοσπονδιών και αθλητών, δείχνουν ότι το πρόβλημα δεν είναι μόνο οικονομικό. Είναι πρόβλημα κυρίως πολιτικό.
Στην Ελλάδα του 2025, ο αθλητής δεν ανταμείβεται. Ούτε ηθικά, ούτε κοινωνικά, ούτε οικονομικά. Αντίθετα, παλεύει διαρκώς να αποδείξει την αξία του. Όχι στους αντιπάλους του στο τερέν, αλλά στο κράτος του, στην κοινωνία του, στους ίδιους τους θεσμούς που όφειλαν να τον στηρίζουν.
Στη χώρα που γεννήθηκε ο Ολυμπισμός, ο αθλητισμός είναι καθηλωμένος στην παρακμή. Δεν υπάρχει όραμα, δεν υπάρχει στρατηγική, δεν υπάρχει σταθερότητα. Όλες οι κυβερνήσεις, ανεξαρτήτως χρώματος και ιδεολογίας, έχουν αποτύχει παταγωδώς να θεσπίσουν ένα αξιοκρατικό, σύγχρονο, λειτουργικό σύστημα υποστήριξης του αθλητισμού.
Κι όμως, μέσα σε αυτές τις εχθρικές συνθήκες, οι Έλληνες αθλητές επιμένουν. Αντιστέκονται στο κατεστημένο και διαπρέπουν. Και μόνοι τους, χωρίς πραγματική στήριξη από την πολιτεία, κρατούν την ελληνική σημαία ψηλά.
Νοῦς ὑγιὴς ἐν σώματι ὑγιεῖ.
Το χτίσιμο του πνεύματος και του σώματος αποτελεί θεμελιώδη υποχρέωση της Πολιτείας απέναντι στη νέα γενιά. Είναι καθήκον της να διαμορφώσει ένα περιβάλλον όπου η αριστεία δεν θα είναι ατομικό κατόρθωμα απέναντι στις αντιξοότητες, αλλά φυσικό αποτέλεσμα ενός οργανωμένου και αξιοκρατικού συστήματος.
Τα σχολεία πρέπει να διαθέτουν, χωρίς οικονομικούς περιορισμούς, κάθε σύγχρονη υλικοτεχνική υποδομή που απαιτείται για την πλήρη ανάπτυξη των μαθητών. Η εκπαίδευση δεν μπορεί να περιορίζεται στη μετάδοση γνώσεων. Οφείλει να καλλιεργεί το σώμα και το πνεύμα ταυτόχρονα. Κάθε σχολική μονάδα πρέπει να είναι εξοπλισμένη με αθλητικές εγκαταστάσεις για ατομικά και ομαδικά αθλήματα, παρέχοντας στα παιδιά τη δυνατότητα να ανακαλύψουν και να καλλιεργήσουν το ταλέντο και την έφεσή τους, εντός του φυσικού τους περιβάλλοντος, δηλαδή εντός του σχολείου.
Οι αθλητικοί σύλλογοι και τα σωματεία, αντί να λειτουργούν αποκομμένα και πελατειακά, οφείλουν να ενσωματώνονται λειτουργικά στο εκπαιδευτικό σύστημα. Η Πολιτεία πρέπει να μεριμνήσει για τον πλήρη εξοπλισμό των σχολείων, καθώς και για τη στελέχωσή τους με καταρτισμένους και άξιους παιδαγωγούς-προπονητές, ειδικούς σε κάθε άθλημα. Έτσι μόνο θα μπορέσει να διαμορφωθεί μια παιδεία ολιστική, που θα γυμνάζει ταυτόχρονα το σώμα και το πνεύμα, δημιουργώντας ολοκληρωμένες προσωπικότητες και όχι μόνο απλούς πρωταθλητές.
Οι προτάσεις αυτές, διαμορφωμένες με παιδαγωγική ευθύνη και κοινωνική συνείδηση, είναι εμπνευσμένες από τις προγραμματικές δηλώσεις του πολιτικού φορέα Ελλήνων Συνέλευσις, ο οποίος εδώ και χρόνια θέτει στο επίκεντρο του σχεδιασμού του την αρμονική ανάπτυξη των πολιτών, από τα πρώτα σχολικά βήματα, μέχρι την τελική διαμόρφωση μιας ισχυρής κοινωνίας.
Μια ευνομούμενη Πολιτεία, οφείλει να αναγνωρίζει, να σέβεται και να τιμά έμπρακτα τους αθλητές της. Όχι εκ των υστέρων, αλλά καθ’ όλη τη διάρκεια του αγώνα τους. Γιατί μόνο έτσι ο αθλητισμός θα ξαναγίνει αυτό που από τη φύση του είναι: Άθλος! Όχι αγώνας επιβίωσης.