Γράφει η Αργυρώ Παναγιωτοπούλου
Μετά από τριήμερη συζήτηση απορρίφθηκε λίγο πριν τα μεσάνυχτα της Παρασκευής (07/03/2025) η πρόταση δυσπιστίας κατά της Κυβέρνησης που είχε κατατεθεί στη Βουλή από την αντιπολίτευση με αφορμή το δυστύχημα των Τεμπών.
Κατά της πρότασης ψήφισαν 157 βουλευτές, ενώ 136 τάχθηκαν υπέρ της πρότασης προερχόμενοι από ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, Νέα Αριστερά και Πλεύση Ελευθερίας μαζί με εννέα ανεξάρτητους βουλευτές.
Απόντες ήταν 7 βουλευτές, μεταξύ των οποίων ο πρώην Πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, ο ανεξάρτητος, αλλά προερχόμενος από τη ΝΔ, Μάριος Σαλμάς και οι πέντε βουλευτές του κόμματος “Σπαρτιάτες”.
Όπως ήταν αναμενόμενο, κατά της πρότασης δυσπιστίας ψήφισαν οι 156 βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας μαζί με τον Δημήτρη Κυριαζίδη – παρόλο που είχε παραπεμφθεί στην Επιτροπή Δεοντολογίας με το ερώτημα της διαγραφής – καθώς και ο ανεξάρτητος βουλευτής, προερχόμενος από τους “Σπαρτιάτες” – χωρίς βέβαια αυτό να μας εντυπωσιάζει ιδιαίτερα- Χαράλαμπος Κατσιβαρδάς.
Η πρόταση δυσπιστίας έπεσε στο κενό τελικά, μετά από τρεις ημέρες μαραθώνιων συνεδριάσεων που διήρκεσαν συνολικά 42 ώρες και κατά τις οποίες μίλησαν βουλευτές, υπουργοί, πρόεδροι κοινοβουλευτικών ομάδων, ο Πρωθυπουργός,καθώς και δύο πρώην Πρωθυπουργοί και εννέα κοινοβουλευτικοί εκπρόσωποι.
Τόσος κόπος και τόση προετοιμασία από την αντιπολίτευση να δηλώσει με έντονο τρόπο τη δυσπιστία της απέναντι σε μια κυβέρνηση “βυθισμένη στην αλαζονεία, την αναξιοκρατία και τη διαφθορά” όπως έλεγε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, πήγαν όλα στα “χαμένα” κι εμείς δεν πέσαμε από τα σύννεφα, βρεθήκαμε κανονικά στις θέσεις μας, όταν ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας, γιατί πολύ απλά… τα περιμέναμε.
Ούτε καν μας πέρασε από το νου ότι η απόρριψη της πρότασης δυσπιστίας μπορεί και να οφειλόταν στη ρητορική δεινότητα των βουλευτών του κυβερνώντος κόμματος, αφού όλοι πια γνωρίζουμε καλά και το έχουμε εμπεδώσει ότι η πρόταση αυτή έπρεπε σύμφωνα με τους νόμους, το Σύνταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής να συγκεντρώσει κοινοβουλευτική πλειοψηφία για να γίνει δεκτή, την οποία η ΝΔ άνετα διέθετε ως κυβέρνηση, με περισσότερους από 151 βουλευτές για να καλύψει τυχόν απώλειες.
Τα συμπεράσματά μας αυτά τα έχουμε ήδη εκφράσει σε προηγούμενα άρθρα καταδεικνύοντας ότι η πρόταση δυσπιστίας είναι μόνο ένα επικοινωνιακό τρικ εκ μέρους της εκάστοτε αντιπολίτευσης για να φανεί ότι δήθεν πιέζει την κυβέρνηση κάθε φορά που η λαϊκή οργή ξεχειλίζει από διάφορες εγκληματικές κυβερνητικές ενέργειες ή αμέλειες -σαν αυτήν των Τεμπών.
Θεωρεί τότε τη συγκυρία κατάλληλη και επιχειρεί να προσελκύσει την εύνοια μελλοντικών οπαδών και ψηφοφόρων από τη μεγάλη δεξαμενή των οργισμένων πολιτών, ώστε στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση να έχει στηρίξει τη θέση της.
Έχουν πάντως όλοι το “κεφάλι τους ήσυχο” αφού όλοι μαζί εγκρίνουν, ψηφίζουν και εκτελούν τους νόμους που έχουν κόψει και ράψει στα μέτρα τους, έχοντας εκ των προτέρων εξασφαλίσει τη “θεσούλα” τους, είτε στην κυβέρνηση, είτε στην αντιπολίτευση.
Μέχρι σήμερα έχουν γίνει πολλές παρόμοιες προτάσεις δυσπιστίας χωρίς ποτέ αυτές να ευδοκιμήσουν, αφού πάντα η κυβέρνηση έχει την πλειοψηφία, οι βουλευτές ψηφίζουν πάντα σύμφωνα με την κομματική γραμμή και εμείς ως οι πολίτες δεν ωφελούμαστε σε τίποτε από την όλη διαδικασία. Απλά, είναι μια κακοστημένη παράσταση για να μας ρίχνουν στάχτη στα μάτια ότι μέσα στην ά-βουλη βουλή υπάρχουν και κάποιοι που “πολεμούν” για εμάς… μέχρι να γίνουν κυβέρνηση.
Ας θυμηθούμε δύο από αυτές τις προτάσεις που ζήσαμε στο κοντινό παρελθόν μας :
Η πρώτη ήταν τον Ιούλιο του 2019 αμέσως μετά τις εκλογές του ίδιου μήνα. Το πρώτο νομοσχέδιο που ψηφίστηκε τότε από την κυβέρνηση της ΝΔ για το φορολογικό, υπήρξε αφορμή να της καταλογίσει η αντιπολίτευση έλλειψη κοινωνικής ευαισθησίας, επειδή εφάρμοζε αντικοινωνικά μέτρα.
Η δεύτερη ήταν τον Ιούνιο του 2020, όταν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ κατέθεσε πάλι πρόταση δυσπιστίας κατά της ΝΔ, επειδή έβρισκε αποτυχημένους τους κυβερνητικούς χειρισμούς σχετικά με την πανδημία του Covid-19 και αναποτελεσματικά τα μέτρα που είχαν ληφθεί για την οικονομία και την κοινωνία.
Καμία από τις δύο προτάσεις δεν απέδωσε καρπούς και η Νέα Δημοκρατία επιβίωσε και κυβερνά μέχρι σήμερα εφόσον ήταν κυβερνητική πλειοψηφία και κανένας βουλευτής, κανενός κόμματος δεν παραβιάζει ποτέ την κομματική πειθαρχία ρισκάροντας την “καρέκλα” του, ακόμα κι αν αυτή αντιβαίνει στο συμφέρον του κοινωνικού συνόλου.
Γιατί να μας εκπλήξει λοιπόν και η τρίτη κατά σειράν πρόταση δυσπιστίας κατά της ΝΔ που απορρίφθηκε πριν λίγες μέρες, όταν η πείρα μας έχει διδάξει τόσα χρόνια ότι το αποτέλεσμα είναι πάντα το ίδιο;
Αυτά τα πολιτικά τερτίπια αποδεικνύουν πλέον περίτρανα ότι όλα τα υπόλοιπα κόμματα που αποτελούν δήθεν την αντιπολίτευση συμπλέουν τελικά με τις κυβερνητικές αποφάσεις και δεν παίρνουν ποτέ μια ξεκάθαρη θέση απέναντι στις άδικες πρακτικές που εφαρμόζονται, ώστε να τις ανατρέψουν.
Είναι ολοφάνερο ότι δεν θέλουν να το κάνουν, αλλιώς δεν θα κατέφευγαν κάθε τόσο σε προτάσεις δυσπιστίας-μομφής που πάντα καταλήγουν σε φιάσκο, δημιουργώντας πολιτικό θόρυβο με μεγαλοστομίες και παλικαρισμούς.
Ως ένα σημείο γίνεται κατανοητό ότι στην πραγματικότητα δεν έχουν κανένα λόγο να ανατρέψουν καταστάσεις στη δημιουργία των οποίων συμφώνησαν όλα τα κόμματα της βουλής.
ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ, Ελληνική Λύση, Πλεύση Ελευθερίας, Νέα Αριστερά κι όλα τα υπόλοιπα βρίσκονταν στη Βουλή, συμμετείχαν στις διαδικασίες, υπέγραφαν τελικές αποφάσεις και κανένας κομματικός συνδυασμός ή ανεξάρτητος δεν αντέδρασε ουσιαστικά, άρα συνέβαλαν όλοι στην τραγωδία που συνέβη στα Τέμπη και είναι εξίσου συνυπεύθυνοι.
Κάθε κόμμα, μεγάλο ή μικρό μπορεί να δηλώσει απλά την παραίτησή του από τη βουλή με όλους τους βουλευτές του, καθώς και όλους τους αναπληρωματικούς. Σύμφωνα με τον ισχύοντα νόμο η βουλή συγκροτείται από 300 βουλευτές και η αποχώρηση κάποιων λόγω παραίτησης που θα μείωνε τον αριθμό αυτό, θα προκαλούσε σοβαρή πολιτική κρίση και θα οδηγούσε αναπόφευκτα σε εκλογές, δίνοντας έτσι την ευκαιρία στους πολίτες να ξαναψηφίσουν, διορθώνοντας ίσως τις επιλογές τους.
Ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Σωκράτης Φάμελλος δήλωσε με στόμφο μέσα στη Βουλή : “ Πρέπει να φύγει αυτή η απονομιμοποιημένη κυβέρνηση και να οδηγηθεί η χώρα σε εκλογές “. Αν και ήταν στην ευχέρειά του να το κάνει δηλώνοντας απλά την σύσσωμη παραίτηση του κόμματός του, προτίμησε να αρκεστεί στις συνηθισμένες αυτάρεσκες δηλώσεις εντυπωσιασμού και να διατηρήσει μια “απονομιμοποιημένη” κυβέρνηση, όπως την αποκάλεσε, στη θέση της.
Κανένα κόμμα, δεξιό, αριστερό, κεντρώο ή ανάμεικτο, όποια κι αν ήταν η χρωματική του ταμπέλα, δεν άσκησε, ούτε και ποτέ θα ασκήσει αυτό το δικαίωμα της παραίτησης για να δείξει έτσι ότι διαμαρτύρεται ή ότι διαφωνεί ριζικά με τις στρατηγικές της εκάστοτε κυβέρνησης.
Επομένως, όλοι όσοι βρίσκονται στη Βουλή, βρέθηκαν στο παρελθόν ή θα βρεθούν στο μέλλον, είναι συνεργοί και συνυπεύθυνοι για κάθε άδικο νόμο και για ολόκληρη την εξουθενωτική εφαρμογή των αποφάσεών τους που στρέφονται ενάντια στο σύνολο των πολιτών.
Πόσο λοιπόν ακόμα θα αντέξουμε όλα αυτά τα δεινά που μας επιβάλλονται αφήνοντάς τα να συμβαίνουν με την ανοχή μας;
Επειδή πριν από κάθε εκλογική αναμέτρηση ζητούν όλοι τους την εντολή μας μέσω της ψήφου μας για να εκλεγούν και να κυβερνήσουν, είναι η ώρα να συνειδητοποιήσουμε αυτή τη δύναμη της εντολής μας και να επιλέξουμε αυτούς που θα είναι πραγματικά άξιοι να μας διοικήσουν.
Είναι στο χέρι μας να αποφασίσουμε πώς θέλουμε να ζήσουμε και να ευημερήσουμε σ΄ένα υγιές περιβάλλον απόλυτα σύμφωνο με την ανθρώπινη φυσιολογία μας.